ΥΠΟΘΕΣΗ ΥΠΟΚΛΟΠΩΝ: Άνθρακες ο θησαυρός ενός βολικού σκανδάλου (που ήθελε να… μοιάσει στη Novartis)

Η πολιτική δικαίωση της κυβέρνησης από το πόρισμα του Αρείου Πάγου για τους «κοριούς» γκρεμίζει το αφήγημα της αντιπολίτευσης

Αν δεν υπήρχαν οι κυβερνητικοί «νταλκάδες» με την μεγάλη πυρκαγιά που έκαιγε επί διήμερο στην νότια Εύβοια και ο ελέφαντας στο δωμάτιο που δεν είναι άλλος από τις αυγουστιάτικες αυξήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα νοικοκυριών και επιχειρήσεων (σ.σ. ψηφίστηκε την περασμένη Τρίτη στη Βουλή η σχετική διάταξη για κατεπείγουσα παρέμβαση στην αγορά ενέργειας), ο Κυριακός Μητσοτάκης θα αναζητούσε αυτή τη στιγμή την πιο κοντινή του εκκλησία για να ανάψει δύο μεγάλες λαμπάδες.

Η μία θα ήταν στο μπόι του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Στέφανου Κασσελάκη, για το δώρο που του κάνει εξακολουθητικά να μπαχαλοποιεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η άλλη θα ήταν για χάρη των λειτουργών του Αρείου Πάγου, που βάζοντας τέλος στην πολύκροτη υπόθεση των υποκλοπών ξεδιάλυναν όλη αυτή την μικροκομματική παραφιλολογία που διακινούσε επί δύο χρόνια η αντιπολίτευση και τα φίλια προς αυτήν ΜΜΕ, δηλητηριάζοντας την πολιτική ζωή του τόπου.

Θυμίζεται ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών ξέσπασε το καλοκαίρι του 2022 όταν αποκαλύφθηκε ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, έπεσε θύμα παρακολούθησης με το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator. Μαζί του, όμως, ξέσπασε κι ένα τσουνάμι φερόμενων αποκαλύψεων που ήθελαν τον ίδιο τον πρωθυπουργό μαζί με υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησής του να βρίσκονται πίσω από το δυσώδες δίκτυο των «κοριών».

Τι ήρθε, λοιπόν, να πιστοποιήσει με την ετυμηγορία του την περασμένη Τρίτη το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης της χώρας; Ότι δεν υπήρξε ΚΑΜΙΑ ΑΠΟΛΥΤΩΣ εμπλοκή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, της Αντιτρομοκρατικής, της Ελληνικής Αστυνομίας ή οποιουδήποτε κρατικού λειτουργού με το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό.

Αντιθέτως, λέει ο Άρειος Πάγος δια στόματος της εισαγγελέως Α.Π, Γεωργίας Αδειλίνη, προέκυψαν «επαρκείς ενδείξεις» σε βάρος τεσσάρων ιδιωτών για την εμπλοκή τους στη υπόθεση (σ.σ. είχαν κληθεί να δώσουν ανωμοτί εξηγήσεις με την ιδιότητα του υπόπτου) και γι΄ αυτόν τον λόγο θα παραπεμφθούν σε δίκη.

Δικαίωση, αλλά το μπούλινγκ συνεχίζεται

Είναι απολύτως εύλογο ότι στην Ηρώδου Αττικού και την οδό Πειραιώς η δικαστική εξέλιξη προκάλεσε μια αίσθηση δικαίωσης, δεδομένου ότι τους τελευταίους 24 μήνες υπέστησαν μεγάλο πολιτικό μπούλινγκ από τους αντιπάλους τους με φόντο την υπόθεση των υποκλοπών. Υπό αυτό το πρίσμα δεν θα ήταν παράλογο να περιμένει κάποιος ότι όλοι εκείνοι που φωνασκούσαν ασύστολα και προπαντός αναπόδεικτα ότι «γαλάζιοι» πολιτικοί και υπηρεσιακοί παράγοντες είναι ένοχοι του… αίματος των υποκλοπών, σήμερα θα έσκυβαν ταπεινά το κεφάλι τους και στην χειρότερη των περιπτώσεων θα παρέμεναν σιωπηλοί.

Ωστόσο το προφανές δεν επαληθεύτηκε και σύσσωμη η αντιπολίτευση το… τερμάτισε κάνοντας λόγο για «μαύρη μέρα» και «μαύρη κηλίδα», για «ξέπλυμα», για «συγκάλυψη» που δήθεν έχει τη σφραγίδα της ελληνικής Θέμιδας και άλλα παρόμοια, που δημιουργούν την απορία αν οι συντάκτες των σχετικών κομματικών φιλιππικών μπήκαν στον κόπο να διαβάσουν ολόκληρη την ανακοίνωση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου.

Για παράδειγμα πέρασε απαρατήρητη από την αντιπολίτευση η μνεία που έκανε η κ. Αδειλίνη ότι σε διάστημα μόλις εννέα μηνών από την ημέρα που αναβαθμίστηκε η έρευνα (σ.σ. τον περασμένο Οκτώβριο η εισαγγελέας του ανωτάτου δικαστηρίου με παραγγελία της προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών ζήτησε να διαβιβάσει στον Άρειο Πάγο ο φάκελος με τη δικογραφία των υποκλοπών προκειμένου η έρευνα να συνεχιστεί από τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Αχιλλέα Ζήση) η Δικαιοσύνη έκανε τα εξής κρίσιμα βήματα για να φανερωθεί η αλήθεια:

>> Εξέτασε περισσότερους από 40 μάρτυρες –με την συντριπτική πλειοψηφία τους να έχουν προταθεί από τους εγκαλούντες–, μεταξύ των οποίων ήταν πολιτικοί, δημοσιογράφοι, εκπρόσωποι εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, διοικητές/υποδιοικητές και άλλα μέλη που υπηρέτησαν στην ΕΥΠ την τελευταία δεκαετία, μέλη της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών και της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, ανώτατοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. της Διεύθυνσης Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών, Διεύθυνσης Οικονομικών Αρχηγείου κ.λπ. τα τελευταία χρόνια, καθώς και της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.

>> Εξετάστηκαν μάρτυρες αλλά αυτή τη φορά από την Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, η οποία ερεύνησε εταιρείες και οικίες υπόπτων, κατάσχοντας κατά περίπτωση έγγραφα, φορολογικά στοιχεία και ψηφιακά πειστήρια που στη συνέχεια εξετάστηκαν από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών.

>> Διατύπωσε δύο αιτήματα δικαστικής συνδρομής προς τις δικαστικές αρχές των ΗΠΑ και της Ελβετίας, τα οποία και απαντήθηκαν.

>> Διεξήχθη έλεγχος σε φυσικά και νομικά πρόσωπα από το Τμήμα Φορολογικής Αστυνόμευσης της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας.

>> «Επιστρατεύτηκαν» τρεις ανεξάρτητες αρχές και συγκεκριμένα η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών και η Εθνική Αρχή Διαφάνειας, οι οποίες διεξήγαγαν έρευνες, αλλά και επιτόπιους ελέγχους στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, καθώς και σε εταιρείες.

>> Ικανοποίησε όλα τα αιτήματα των εμπλεκομένων, συμπεριλαμβανομένης και της δικαστικής πραγματογνωμοσύνης, που διενεργήθηκε στα αρχεία της ΕΥΠ από δύο πραγματογνώμονες, παρουσία εισαγγελέα.

Δεν ήξεραν, δεν ρώταγαν;

Όλα τα παραπάνω οδήγησαν, σύμφωνα με την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, στο 300 σελίδων πόρισμα που συνέταξε ο αντεισαγγελέας Α.Π., Αχιλλέας Ζήσης. Ένα πόρισμα που βρήκε βάσει «δεμένων» στοιχείων και όχι με την επίκληση παραπολιτικών κουτσομπολιών, έωλων φημών και καταθέσεων του τύπου «νομίζω ότι», «μου είπαν πως».

Γι΄ αυτό θα είχε και τεράστιο πολιτικό ενδιαφέρον να εξηγήσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης ποια στάδια της διαδικασίας διαλεύκανσης της υπόθεσης των υποκλοπών αμφισβητούν. Εκτός πια αν θεωρούν ότι η δικαστική εξουσία της χώρας ψεύδεται σε κοινή θεά και πως η ηγεσία της Θέμιδας «συνωμότησε» με δεκάδες μάρτυρες και με τρεις ανεξάρτητες αρχές για να βγάλουν λάδι το «γαλάζιο» επιτελικό κράτος και να αφήσουν χωρίς αφήγημα τον Νίκο Ανδρουλάκη και τον Στέφανο Κασσελάκη.

Αν όντως αυτό πιστεύουν οι δύο πολιτικοί αντίπαλοι του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν έχουν παρά να βγουν και να το πουν καθαρά στον ελληνικό λαό, καταρρίπτοντας όχι με πυροτεχνήματα αλλά με επιχειρήματα και τον ισχυρισμό το Αρείου Πάγου ότι σε καμία άλλη χώρα δεν διεξήχθη για παρόμοια υπόθεση τόσο ενδελεχής δικαστική έρευνα. Πριν, όμως, το κάνουν, καλό θα ήταν να μην αρκεστούν στον… τσελεμεντέ της πολιτικής επικοινωνίας και ας συμβουλευτούν κάποιον που να ξέρει από αυτά τα πράγματα.

Ειδικά ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, που κατά δήλωσή του «κλονίστηκε η εμπιστοσύνη» του στην ελληνική Δικαιοσύνη και θέλει να την «απελευθερώσει» από τον «ασφυκτικό εναγκαλισμό και την εξάρτηση από την εκάστοτε κυβέρνηση», ας ρωτήσει πρώτα τους συντρόφους του στην πλατεία Κουμουνδούρου τι ποινή θα φάνε όσοι αποδειχτούν ένοχοι των παράνομων συνακροάσεων. Για να μην κλονιστεί ξανά του λέμε προκαταβολικά ότι οι ένοχοι θα πέσουν στα μαλακά διότι θα δικαστούν με βάση τον επιεικέστερο νόμο του 2019 που είχε ψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ και στον οποίο το αδίκημα της παραβίασης τηλεφωνικού απορρήτου ήταν πλημμεληματικού χαρακτήρα κι όχι κακουργηματικού όπως ισχύει σήμερα.

Ας κάνει, τέλος, τον κόπο ο Στέφανος Κασσελάκης να συμβουλευτεί για την υπόθεση των υποκλοπών και τον έμπειρο νομικό Γιάννη Ματζουράνη. Έχοντας διατελέσει τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ, δικηγόρος του εκδότη της εφημερίδας «Documento» Κώστα Βαξεβάνη, αλλά και συνήγορος της πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, που οδηγήθηκε στο Ειδικό Δικαστήριο για την υπόθεση Novartis, ο Γ. Ματζουράνης θα εξηγούσε στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης όσα έλεγε δημοσίως σε συνεντεύξεις του τον Νοέμβριο του 2022 για τη ίδια υπόθεση. Ότι δηλαδή δεν υπάρχουν στοιχεία για τις παρακολουθήσεις, παρά μόνο μαρτυρίες κι ότι ελλείψει αποδείξεων η υπόθεση θα μπορούσε να «τρέξει» μόνο με την… συμβολή κουκουλοφόρων μαρτύρων, οι οποίοι υπό καθεστώς προστασίας θα κατέθεταν ό,τι ήξεραν (ή δεν ήξεραν…) για την υπόθεση.

Βρε, με τι μοιάζει, με τι μοιάζει…

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα