Τα διλλήματα του Κυριάκου έχουν συγκεκριμένους αποδέκτες

Η κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν μπορούν να αμφισβητηθούν στις επικείμενες ευρωεκλογές

Οι ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου ναι μεν είναι μία πολιτική αναμέτρηση, αλλά όπως συμφωνούν και οι δημοσκοπήσεις και η κοινή γνώμη δεν κρίνεται καμία κυβερνησιμότητα της χώρας. Εξάλλου η απόσταση που χωρίζει τη Νέα Δημοκρατία με τα υπόλοιπα κόμματα είναι τεράστια και σε καμία των περιπτώσεων δεν μπορεί να ανατραπεί, ότι κι εάν λέει ο Στέφανος Κασσελάκης.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Οπότε έχοντας αέρα το κυβερνών κόμμα έριξε στην προεκλογική αρένα το σύνθημα να μην διαταραχθεί η σταθερότητα της χώρας, όμως προς ώρας δεν φαίνεται να συγκινεί τους πολίτες, καθώς γνωρίζουν ότι στις ευρωκάλπες δεν εκφράζεται η βούληση του λαού για αλλαγή διακυβέρνησης. Τουναντίον παραδοσιακά οι ευρωεκλογές σε όλες τις χώρες, αλλά και στην Ελλάδα είναι ένας τρόπος για να δείξουν οι πολίτες της δυσαρέσκεια τους. Το ίδιο πολλές φορές το κάνουν και στις Περιφερειακές και Δημοτικές εκλογές, αλλά όπως απαντούν σε όλες τις ερωτήσεις των δημοσκόπων εδώ και αρκετά χρόνια επιθυμούν οι κυβερνήσεις να ολοκληρώνουν τον κύκλο τους. Κάτι που έγινε και με την κυβέρνηση Τσίπρα (Σεπτέμβριος 2015-Ιούλιος 2019), αλλά και με την κυβέρνηση Μητσοτάκη (Ιούλιος 2019-Μάιος 2023).

Ήδη οι πολίτες αναμένουν ότι οι εθνικές εκλογές θα διεξαχθούν εντός του 2027, κάτι που φαίνεται να αναγνωρίζει και το ΠΑΣΟΚ και ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο οποίος ουκ ολίγες φορές έχει μιλήσει για εθνικές εκλογές το 2027. Τουναντίον μόνο ο Στέφανος Κασσελάκης κάνει λόγο για εθνικές εκλογές καιγια ανατροπή. Κι όμως από το 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης παίζει χωρίς αντίπαλο σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις και φυσικά σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Οπότε το ερώτημα που παραμένει είναι για ποιο λόγο ο πρωθυπουργός και τα άλλα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη κάνουν λόγο για κρίσιμη αναμέτρηση από τη στιγμή που ο νικητής είναι βέβαιος; Πολιτικοί αναλυτές υποστηρίζουν πως η συγκεκριμένη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη περί κρισιμότητας των εκλογών έχει να κάνει περισσότερο με την συσπείρωση της βάσης, ώστε να μειωθεί η ψήφος διαμαρτυρίας, όπως συμβαίνει-επαναλαμβάνουμε- σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις των ευρωπαϊκών εκλογών. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγινε το 2004. Στις 7 Μαρτίου διεξήχθησαν οι εθνικές εκλογές με τη Νέα Δημοκρατία (πρόεδρος Κώστας Καραμανλής)να επικρατεί του ΠΑΣΟΚ (πρόεδρος Γιώργος Παπανδρέου) με 45,36% έναντι 40,55%. Τρεις μήνες αργότερα διεξήχθησαν οι ευρωεκλογές (13 Ιουνίου) με τη Νέα Δημοκρατία να είναι ο νικητής, αλλά με μικρότερο ποσοστό (43,01%). Φυσικά η πτώση του ΠΑΣΟΚ ήταν μεγαλύτερη, καθώς απέσπασε το 34,03%. Κερδισμένοι ήταν το ΚΚΕ και ο Συνασπισμός που αύξησαν τα ποσοστά τους, αλλά και το ΛΑ.Ο.Σ. του Γιώργου Καρατζαφέρη που εξέλεξε και ευρωβουλευτή.

Ο πήχης

Στο Μαξίμου έχουν τοποθετήσει τον πήχη τρων προσδοκιών στο ποσοστό που έλαβε η Νέα Δημοκρατία στις αντίστοιχες ευρωεκλογές του 2019, δηλαδή 33%. Και μάλιστα αρνούνται να μιλήσουν για τα ποσοστά του περασμένου Ιουνίου στις εθνικές εκλογές, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι το 41% μοιάζει ένα μακρινό όνειρο. Οπότε υπολογίζοντας τις απώλειες, είτε από τα δεξιά, είτε προς το κέντρο, κατέληξαν σε αυτό το 33%. Όμως και πάλι υπάρχουν αρκετοί στο κυβερνητικό στρατόπεδο που δείχνουν ανήσυχοι για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Κι αυτό διότι «η κάλπη είναι σαν την γκαστρωμένη γυναίκα που ποτέ δεν ξέρεις τις θα βγάλει», όπως έλεγε και ο αείμνηστος Χαρίλαος Φλωράκης. Βέβαια θα πρέπει να επισημανθεί ότι πλέον οι γιατροί μπορούν να δουν το φύλλο του παιδιού σε μία εγκυμονούσα. Κάπως έτσι και οι δημοσκόποι μπορούν να καταλάβουν κατά που πάει το πράγμα.

Όμως αυτό που ανησυχεί πολλούς εντός του κυβερνητικού στρατοπέδου δεν είναι η νίκη, αλλά το ποσοστό. Για παράδειγμα εάν τελικά η Ν.Δ. πιάσει το 33% (όπως προδικάζουν οι δημοσκόποι), τότε η δυσαρέσκεια των πολιτών θα θεωρηθεί ελεγχόμενη και όπως λέει και λαός μας «ούτε γάτα, ούτε ζημιά». Αν όμως το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας είναι πέριξ του 30%, τότε θα υπάρχει μία αναστάτωση, η οποία θα μεγεθυνθεί εάν είναι κάτω του 30%. Ειδικά εάν το δεύτερο κόμμα (όποιο και εάν είναι από ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ) έχει πιάσει ένα 20%. Τότε ναι μεν εξακολουθεί να έχει την κυριαρχία η Νέα Δημοκρατία, αλλά στον ορίζοντα θα υπάρχει και κάτι άλλο. Οπότε τα επόμενα τρία χρόνια (μέχρι τις εκλογές του 2027) δεν μπορείς να τα πεις και ανέφελα, ανεξάρτητα από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Εξάλλου και στο παρελθόν έχουμε δει κυβερνήσεις να κλυδωνίζονται διαθέτοντας σημαντική κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Να μειωθούν οι απώλειες

Για όλους αυτούς τους λόγους ο πρωθυπουργός επιθυμεί στις επόμενες ημέρες μέχρι τις ευρωεκλογές (περίπου 30) να μειώσει τις όποιες απώλειες και το κυριότερο όσοι από τους δυσαρεστημένους φύγουν να μην πάνε σε άλλο κόμμα, αλλά να επιλέξουν την αποχή. Διότι ναι μεν στη Νέα Δημοκρατία κάνουν εκστρατεία για να πείσουν τους πολίτες να προσέλθουν στις κάλπες, αλλά γνωρίζουν πολύ καλά πως άλλο αποτέλεσμα θα υπάρξει εάν οι όποιοι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας αποφασίσουν να απέχουν και άλλο εάν αυτοί οι δυσαρεστημένοι κατευθυνθούν σε άλλο κόμμα.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των δημοσκόπων και των πολιτικών στελεχών της κυβέρνησης τα οποία αναλύουν και αξιολογούν τις έρευνες της κοινής γνώμης, το κλειδί όλων των δημοσκοπήσεων της προηγούμενης πενταετίας έως και σήμερα είναι οι μετακινήσεις και οι «επιστροφές» προς και από τη δεξαμενή της αδιευκρίνιστης ψήφου. Εκεί εντοπίζονται κατά κύριο λόγο οι διαρροές από τα ποσοστά της κυβέρνησης, σε όποιον λόγο και αν οφείλονται, από εκεί φαίνεται να αντλεί κάποια δυναμική η άκρα Δεξιά.

Γι’ αυτό και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έθεσε εμφατικά πολιτικά διλήμματα, προτάσσοντας την πολιτική σταθερότητα και, υπό τον φόβο της εξ ορισμού χαλαρής ψήφου, επιχειρεί κατά προφανή τρόπο να μετατρέψει τις ευρωεκλογές σε μια διαδικασία ιδιαίτερης εθνικής σημασίας. Όμως αυτά τα διλλήματα κυρίως απευθύνονται στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας, στους λεγόμενους σταθερούς, πολλοί εκ των οποίων εκφράζουν την δυσαρέσκεια τους και για το γεγονός ότι υπάρχει αθρόα προσέλευση ΠΑΣΟΚων στο κόμμα ανησυχώντας για το προφίλ της παράταξης, αλλά και κάποιες αποφάσεις της κυβέρνησης που είναι μακριά από τα ιδεολογικά πρότυπα του κόμματος.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα