Ποιες… εθνικές ομάδες; Αυτή είναι εθνική πανσπερμία

Του Νίκου Συνοδινού

 

Με τον Ολλανδό Τζον Φαν’τ Σιπ στο τιμόνι της η Εθνική ομάδα άρχισε τη νέα προσπάθειά της στο UEFA Nations League. Την περασμένη Πέμπτη έπαιξε με τη Σλοβενία(0-0), ενώ σήμερα δοκιμάζεται στο Κόσοβο.

Πάνω στις εθνικές ομάδες έχει στηθεί μια ολόκληρη βιομηχανία από τις διεθνείς Συνομοσπονδίες, που κερδίζουν αμύθητα ποσά, ειδικά από το ποδόσφαιρο, που αποτελεί τον βασιλιά των σπορ και συγκινεί τα πλήθη. Ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους και πανηγυρίζει, όχι όταν ένας ομοεθνής του κατακτά ένα Νόμπελ ή πρωταγωνιστεί σε μια επιστήμη, αλλά όταν η Εθνική του ομάδα κυριαρχεί.

Το ζήτημα όμως είναι… ποια Εθνική ομάδα; Οι βαφτισμένοι, εθνοποιημένοι, πολιτογραφημένοι, εξαγορασμένοι, γίνονται συνεχώς όλο και περισσότεροι. Το φαινόμενο δεν είναι νέο. Πόσες χώρες όταν φιλοξενούν Ολυμπιακούς Αγώνες δεν εντάσσουν στο δυναμικό τους αθλητές και αθλήτριες από άλλες χώρες; Δεν είναι μακριά η εποχή που θα δούμε Εθνικές ομάδες με τεράστια ποσοστά ξένων. Και όλα αυτά στον βωμό της επιτυχίας, του κέρδους, της διάκρισης, των εσόδων…

Οι κανόνες της FIFA δεν είναι αυστηροί τα τελευταία χρόνια, καθώς ακολουθούν τις επιταγές της κοινωνίας. Παρά το γεγονός ότι συνήθως οι αλλαγές σε Εθνικές ομάδες συμβαίνουν λίγο πριν από μεγάλα γεγονότα, όπως π.χ. ένα Μουντιάλ, και παρά το ότι έχουν ξεσηκωθεί πολλοί που αντιτίθενται στην ευελιξία της ομοσπονδίας να δέχεται αυτές τις «μεταπηδήσεις», τα δεδομένα δεν αλλάζουν.

Για τους συλλόγους είναι κατανοητό και αυτονόητο πλέον να ενισχύονται με ξένους παίκτες, καθώς αποτελούν ανώνυμες εταιρείες και μπορεί να εδράζουν σε μια χώρα, αλλά έχουν οπαδούς σε πάρα πολλές. Ειδικά οι μεγάλες ομάδες της Αγγλίας, της Ισπανίας, της Γερμανίας, έχουν φιλάθλους στις πέντε ηπείρους.

Στις Εθνικές ομάδες, ωστόσο, οι παίκτες φέρουν το εθνόσημο στη φανέλα τους. Εκπροσωπούν μια χώρα. Μια χώρα που πολλοί δεν έχουν κανένα δέσιμο μαζί της. Η Εθνική εκπροσωπεί ένα έθνος. Τι είναι όμως έθνος; Ένα σύνολο ανθρώπων που μοιράζονται κοινά γνωρίσματα, όπως φυλή, γλώσσα, θρήσκευμα, κοινή ιστορία – πολιτισμό, γεωγραφική καταγωγή και έχουν εθνική συνείδηση.

Στην ιστορία για να έχει επιτυχίες μια Εθνική ομάδα και να ενισχυθεί η εθνική συνείδηση του έθνους, ακραίοι φασίστες δεν δίστασαν να κλέψουν αθλητές.

Πρώτος διδάξας θεωρείται ο Μπενίτο Μουσολίνι. Χωρίς την ιταλοποίηση των Αργεντινών Ραϊμούντο Όρσι, Λουίτζι Μόντι, Ενρίκο Γκουαΐτα και Αντίλιο Ντεμαρία, η Σκουάντρα Ατζούρα δεν θα στεφόταν παγκόσμια πρωταθλήτρια ποδοσφαίρου το 1934 και 1938.

Η βιομηχανία του ποδοσφαιρικού θεάματος κάνει τη δουλειά της, αλλά η λάμψη που είχαν οι Εθνικές ομάδες αρχίζει και… θαμπώνει. Δεν είναι τυχαίες οι αλλαγές στις μεγάλες διοργανώσεις όπου συμμετέχουν όλο και περισσότερες Εθνικές ομάδες, ώστε να μεγαλώσει η πίτα του ενδιαφέροντος και των… εσόδων.

Όταν το 2006 ο Λεβ παρουσίασε στο Μουντιάλ της Γερμανίας τη νεανική ομάδα του, την ίδια με εκείνη που επέστρεψε το 2014 με το Παγκόσμιο Κύπελλο από τη Βραζιλία, η πολυπολιτισμικότητα παρουσιάστηκε με υπερηφάνεια ως το κλειδί της επιτυχίας: υπήρχε ο Πολωνός Μίροσλαβ Κλόζε, ο Γκανέζος Ζερόμ Μπόατενγκ, ο  Μάριο Γκόμεθ με Ισπανό πατέρα, ο Σάμι Κεντίρα με διαβατήριο Τυνησίας και πολλοί άλλοι, οι περισσότεροι μεγαλωμένοι στη Γερμανία.

Ποιος ξεχνάει ότι ο Οζίλ με τη σημαία της Τουρκίας και τον Ταγίπ Ερντογάν φωτογραφίζεται με περηφάνια, παρ’ ότι έχει κατηγορηθεί γι’ αυτό; Στο ρόστερ της Εθνικής ομάδας της Γερμανίας που μετείχε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Γαλλίας τo 2016, οι μισοί παίκτες είχαν άλλη καταγωγή. Συγκεκριμένα οι  Οζίλ (Τουρκία), Τσαν (Τουρκία), Χέκτορ (Τουρκία), Μπόατενγκ (Γκάνα), Μουστάφι (Αλβανία), Μπελαράμπι (Μαρόκο), Κεντίρα (Τυνησία), Γκόμεζ (Ισπανία), Ποντόλσκι (Πολωνία), Λένο (Ρωσία), Σανέ (Σενεγάλη), Ταχ (Ακτή Ελεφαντοστού). Ακόμη και ο Ρούντιγκερ, που ήταν στην αρχική αποστολή αλλά αποκλείστηκε την τελευταία στιγμή, έχει τις ρίζες της καταγωγής του στη Σιέρα Λεόν.

Η ιστορία φαίνεται πως εκδικείται τον ψυχοπαθή δολοφόνο Αδόλφο Χίτλερ και την… ανώτερη, σύμφωνα με τις φαντασιώσεις του, Άρεια φυλή, καθώς οι περισσότεροι από τους μισούς παίκτες της Εθνικής δεν ήταν αμιγώς Γερμανοί ή δεν ήταν καν Γερμανοί στην καταγωγή τους, έχοντας προέλθει από γενεαλογικό δένδρο που καμία σχέση δεν έχει με τη χώρα στην οποία πολιτογραφήθηκαν.

Στο θέμα έκανε αναφορά και το περιοδικό «Economist», τονίζοντας ότι «η γερμανική ομάδα που συμμετέχει στο Euro 2016 είναι αντιπροσωπευτική μιας περίεργης τάσης που παρατηρείται στη Γερμανία. Περίπου ένας στους πέντε Γερμανούς έχει το λεγόμενο “μεταναστευτικό υπόβαθρο”, το οποίο χαρακτηρίζει τους μισούς παίκτες της Εθνικής ομάδας».

Στη χώρα μας οι πρώτες νόθες ελληνοποιήσεις έγιναν την περίοδο της χούντας. Εν μια νυκτί οι Αργεντινοί Πολέτι, Αρτσιμπαλ, Νικολάου, Ερέρα, ο Βραζιλιάνος Ντεμέλο, οι Ουρουγουανοί Βιέρα, Λοσάντα βαπτίστηκαν Έλληνες ομογενείς. Στην πορεία τα κόλπα του ποδοσφαίρου αντέγραψαν τα περισσότερα ομαδικά αθλήματα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και της ΕΣΣΔ, κάποιοι ανακάλυψαν ότι είχαν… σπείρει εξώγαμα σε διάφορες χώρες.

Τα χρόνια πέρασαν, η Ευρωπαϊκή Ένωση κατήργησε τα σύνορα μεταξύ των κρατών-μελών της, αλλά η ζήτηση των διαβατηρίων-μαϊμού παραμένει αυξημένη. Με το αζημίωτο κυρίως τα βαλκανικά κυκλώματα στη Βουλγαρία, στα Σκόπια, στη Σλοβενία, στην Κροατία αλλά και εκείνα στη Σλοβακία, στην Ιταλία, στην Ισπανία και την Πορτογαλία, και όχι μόνο, εκδίδουν διαβατήρια σε όποιον αναζητεί μια καλύτερη ευκαιρία στη Γηραιά Ήπειρο.

Την υπομονή να αποκτήσουν νόμιμα την ελληνική υπηκοότητα ζώντας οκτώ χρόνια στη χώρα μας είχαν ελάχιστοι. Μεταξύ αυτών, ο εκ Κάπο Βέρντε ορμώμενος ποδοσφαιριστής και νυν προπονητής Ντανιέλ Μπατίστα, ο οποίος ήταν ο πρώτος έγχρωμος που αγωνίστηκε στην Εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου μετά από πρόσκληση του αείμνηστου Κώστα Πολυχρονίου.

Η (εξ)αγορά της επιθυμητής υπηκοότητας έχει εξελιχθεί σε φάμπρικα, ιδιαίτερα με τη φόρμουλα της απόκτησης διαβατηρίων-«μαϊμού» (των λεγόμενων κοινοτικών) από διάφορες χώρες-μέλη της ΕΕ. Στο μέλλον δεν αποκλείεται οι παίκτες να επιλέγουν διαβατήριο όπως οι εφοπλιστές σημαία ευκαιρίας για τα καράβια τους. Όταν ο Αργεντινός Μάουρο Καμορανέζι στέφεται παγκόσμιος πρωταθλητής στο ποδόσφαιρο με την Ιταλία, ετησίως θα αυξάνεται ο αριθμός των παικτών που θα αναζητούν μια δεύτερη υπηκοότητα και των παραγόντων οι οποίοι θα κάνουν ό,τι περνάει από την τσέπη τους για να εντάξουν στην ομάδα τους (Εθνική ή σύλλογο) έναν ποιοτικό παίκτη.

Ο θρύλος της Μπαρτσελόνα, Λάζλο Κουμπάλα, είναι ο άνθρωπος που κατέχει το ρεκόρ, αφού φόρεσε τις φανέλες τεσσάρων Εθνικών ομάδων!. Ο Κουμπάλα αγωνίστηκε 6 φορές με την Εθνική Τσεχοσλοβακίας, 3 φορές με την Εθνική Ουγγαρίας, 19 φορές με την Εθνική Ισπανίας, ενώ είχε και 4 συμμετοχές με την Εθνική Καταλονίας, που είναι μεν αναγνωρισμένη Εθνική ομάδα, δεν λαμβάνει όμως μέρος σε διεθνείς διοργανώσεις, αλλά δίνει ένα επίσημο φιλικό κάθε χρόνο.

Ντι Στέφανο… τρεις Εθνικές! 

Το μεγαλύτερο και πιο βαρύ όνομα της Ρεάλ Μαδρίτης, ο Αλφρέντο Ντι Στέφανο, αγωνίστηκε με τρεις διαφορετικές Εθνικές ομάδες. Ξεκίνησε αγωνιζόμενος στη γενέτειρά του Αργεντινή, έχοντας 7 συμμετοχές. Στη συνέχεια φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής Κολομβίας δύο μόλις φορές και, τέλος, έχοντας 31 συμμετοχές, έπαιξε με την Εθνική Ισπανίας. Εκεί δηλαδή που έχει στεριώσει μετά τη μεγαλειώδη του παρουσία στη Ρεάλ Μαδρίτης.

Τα χνάρια του Ντι Στέφανο ακολούθησε ο Ντέγιαν Στάνκοβιτς. Δεν έπαιξε μόνο σε δύο αλλά σε τρεις Εθνικές ομάδες κατά τη διάρκεια της καριέρας του.  Ο Στάνκοβιτς φόρεσε τα εθνόσημα της Γιουγκοσλαβίας το 1998 στο Μουντιάλ της Γαλλίας, του Μαυροβουνίου το 2006 πάλι σε παγκόσμιο Κύπελλο της Γερμανίας και της Σερβίας το 2010 ως αρχηγός της ομάδας στο Μουντιάλ της Νοτίου Αφρικής.

 

Λουίς Μόντι, έπαιξε σε δύο τελικούς Μουντιάλ με διαφορετικές ομάδες! 

Αυτό είναι το μοναδικό ρεκόρ Παγκοσμίου Κυπέλλου που θα μείνει ακατάρριπτο! Ο Λουίς Μόντι έπαιξε σε δύο συνεχόμενους τελικούς, το 1930 και το 1934. Μόνο που έπαιξε με διαφορετική ομάδα. Με την Αργεντινή το 1930 στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης και με την Ιταλία το 1934 στη Ρώμη κόντρα στην Τσεχοσλοβακία. Έχασε τον πρώτο, κέρδισε τον δεύτερο.

 

Ζοζέ Αλταφίνι-Ματσόλα: Με Βραζιλία και Ιταλία 

Ο Ζοζέ Αλταφίνι-Ματσόλα αγωνίστηκε σε δύο Μουντιάλ με δύο διαφορετικές ομάδες. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958 στην πρεμιέρα της Βραζιλίας κόντρα στην Αυστρία πέτυχε δύο γκολ. Στους άλλους αγώνες όμως προτιμήθηκε ο Βαβά. Στη διάρκεια του Μουντιάλ τον απέκτησε η Μίλαν. Στην Ιταλία έμεινε είκοσι χρόνια. Εξαιτίας της ιταλικής καταγωγής του πολιτογραφήθηκε Ιταλός και στο επόμενο Μουντιάλ έπαιξε με τη «Σκουάντρα Ατζούρα».

Φέρεντς Πούσκας: Σε Ουγγαρία και Ισπανία 

Έφτιαξε το όνομά του αγωνιζόμενος σ’ εκείνη την εκπληκτική Εθνική Ουγγαρίας της δεκαετίας του ’50 που άλλαξε πολλά στον τρόπο με τον οποίο προσέγγιζαν το άθλημα οι προπονητές και οι παίκτες. Όμως ο Φέρεντς Πούσκας φόρεσε και άλλη φανέλα Εθνικής ομάδας. Και αυτή ήταν της Ισπανίας, αφού η παραμονή του στη Ρεάλ Μαδρίτης τού έδωσε τη δυνατότητα και το δικαίωμα να πάρει την υπηκοότητα και να προσφέρει τις υπηρεσίες του στη χώρα που τον φιλοξενούσε.

Ο Βραζιλιάνος επιθετικός Ντιέγκο Κόστα έχει καταφέρει να αγωνιστεί τόσο με τα χρώματα της χώρας του όσο και με την Ισπανία. Τον Σεπτέμβριο του 2013 έλαβε την υπηκοότητα του Ισπανού πολίτη κάτι που του έδωσε τη δυνατότητα να φορέσει το εθνόσημο της χώρας στην οποία διέμενε έτσι και αλλιώς.

Σύμφωνα με τους κανονισμούς της FIFA, παρά το γεγονός ότι το ίδιο έτος έπαιξε σε δύο φιλικά ματς με τη Βραζιλία –κόντρα στην Ιταλία και τη Ρωσία– μπόρεσε να αλλάξει Εθνική ομάδα, ακριβώς επειδή τα παιχνίδια στα οποία είχε συμμετάσχει με τη Βραζιλία ήταν μόνο φιλικά. Πράγμα που δεν τον δέσμευε στην παραμονή στους «σελεσάο» για πάντα.

Συνολικά, με την Ισπανία πέτυχε σε 24 εμφανίσεις 10 γκολ στην καριέρα του. Αυτό που όμως προκάλεσε σάλο ήταν το ντεμπούτο του 31χρονου πια σε επίσημο ματς με τους Ισπανούς που έγινε το 2014 στο Μουντιάλ της Βραζιλίας.

 

Ο Μισέλ Πλατινί έπαιξε και στην Εθνική Κουβέιτ 

Ο Μισέλ Πλατινί ξεκίνησε την καριέρα του ως παίκτης της Εθνικής Κουβέιτ σε έναν φιλικό αγώνα της χώρας κόντρα στη Σοβιετική Ένωση το 1988. Ωστόσο, δεν έπαιξε με αυτό το εθνόσημο λόγω καταγωγής ή υπηκοότητας, αλλά γιατί ο Εμίρης του Κουβέιτ τον είχε προσκαλέσει να αγωνιστεί με την Εθνική. Ήταν το πρώτο και το τελευταίο του ματς με τη φανέλα του Κουβέιτ, ενώ αγωνίστηκε μόλις για 22 λεπτά.

Έκτοτε, ο «Βασιλιάς» συνέδεσε το όνομά του με την Εθνική Γαλλίας λόγω της γέννησής του στη Λωρραίνη και κατέκτησε με τους «τρικολόρ» σε 72 ματς το EURO του 1984 και το Διηπειρωτικό Κύπελλο το 1985. Ο τρεις φορές κάτοχος της «Χρυσής Μπάλας» είχε διαπρέψει στην Εθνική Γαλλίας.

 

Δεν έπαιξε ο… Βάσια

Ένας από τους κορυφαίους Έλληνες ποδοσφαιριστές όλων των εποχών δεν κατάφερε να προσφέρει στην Εθνική μας. Ο Βασίλης Χατζηπαναγής ήταν γνήσιος Έλληνας. Ο πατέρας του, Κυριάκος, ήταν Ελληνοκύπριος από την Άχνα Αμμοχώστου, ενώ η μητέρα του ήταν Ελληνίδα από την Κωνσταντινούπολη. Το 1976 κλήθηκε στην Εθνική Ελλάδος, στο φιλικό παιχνίδι κατά της Πολωνίας στις 6 Μαΐου που έγινε στο γήπεδο Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Όμως, επειδή είχε ήδη αγωνιστεί σε επίσημα ματς με τις «μικρές» Εθνικές της Σοβιετικής Ένωσης, δεν του επιτράπηκε να αγωνιστεί σε άλλο ματς της Εθνικής Ελλάδας. Αγωνίστηκε ξανά, τιμής ένεκεν για 21 λεπτά, στις 14 Δεκεμβρίου 1999 σε ηλικία 45 ετών, στο αποχαιρετιστήριο παιχνίδι που έδωσε προς τιμήν του η Εθνική Ελλάδας με την Γκάνα (σκορ 1-1), στο Καυτανζόγλειο Στάδιο.

«Είχα πάει τόσες φορές στη Σοβιετική Ένωση για να πάρω την ελευθέρας αλλά τζίφος. Συνέχεια μου έλεγαν ότι δεν γινόταν να πάρω χαρτί για να παίξω στην Εθνική μας ομάδα, καθώς είχα αγωνιστεί στην Ολυμπιακή ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης στους αγώνες του Μόντρεαλ και είχαμε πάρει το χάλκινο μετάλλιο. Έλεγαν πως η ΔΟΕ θα ζητούσε πίσω το μετάλλιο», είχε δηλώσει ο Βάσια.

Όταν άλλες ευρωπαϊκές Εθνικές έπαιζαν με Βραζιλιάνους και Αργεντίνους, η Ελλάδα δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα δικά της παιδιά. Το 2004 πάντως πάτησε στην κορυφή της Ευρώπης. Εκεί έφθασε με Έλληνες παίκτες, γι’ αυτό και η επιτυχία έχει διπλή αξία, όταν άλλες Εθνικές ομάδες θύμιζαν τη λεγεώνα των ξένων.

Όπως και να έχει, αυτή η ιστορία με τις Εθνικές ομάδες ξεφτίζει, καθώς όλο και περισσότεροι παίκτες δεν ξέρουν όχι τον εθνικό ύμνο της χώρας τους να πουν, αλλά δεν καταλαβαίνουν ούτε τη γλώσσα της. Βέβαια υπάρχει και η γλώσσα του πριμ στις επιτυχίες. Αυτή που μιλούν όλοι… πολύ καλά.

Ράγισε η βιτρίνα

Ο αφελληνισμός των ρόστερ της Super League1 και της Basket League προσφέρει, θεωρητικά πάντα, ίσως μια καλύτερη ποιότητα στις ομάδες, των ΠΑΕ και ΚΑΕ (αν και αυτό αμφισβητείται σε πολλές περιπτώσεις).

Ωστόσο, τα υψηλά ποσοστά ξένων (51,8% και 41,3%, αντίστοιχα σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ) αρκούν για να «ραγίσει» η «βιτρίνα» των δυο δημοφιλέστερων ομαδικών αθλημάτων, που σαφώς αποτελούν τα εθνικά συγκροτήματα.

Στη Super League1 το ποσοστό αλλοδαπών αυξήθηκε πλέον στο 51,8% (σ.σ. από 49,2% πριν από τη χειμερινή μεταγραφική σεζόν) σε σύνολο 411 ποδοσφαιριστών 14 ΠAE (πηγή: transfermarkt.de) και στην Basket League στο δυναμικό 14 KAE καταμετρήθηκαν στο πρώτο τζάμπολ 41,3% ξένοι σε 201 καλαθοσφαιριστές (πηγή: esake.gr). Δηλαδή, ένας στους δύο και ένας στους… δυόμισι!

 

Κατά το… ¼ Έλληνας

Ένα από τα καλύτερα μπακ της Premier League δήλωσε ότι θα ήθελε να αγωνιστεί στην Εθνική Ελλάδας, υποστηρίζοντας ότι η γιαγιά του ήταν 100% Ελληνίδα και θα αποτελούσε στιγμή υπερηφάνειας για τον ίδιο.

Πρόκειται για τον Τζορτζ Μπάλντοκ της Σέφιλντ Γιουνάιτεντ, ο οποίος και είχε 38 συμμετοχές με 2 γκολ και 4 ασίστ την περασμένη σεζόν στην Premier League, στα 27 του χρόνια.

Ο Μπάλντοκ υπάρχει στη λίστα του ομοσπονδιακού τεχνικού της Εθνικής Ελλάδας, και ο ίδιος μίλησε στην αγγλική Telegraph για το θέμα, δείχνοντας τη σφοδρή επιθυμία του να φορέσει το εθνόσημο.

«Η γιαγιά μου, η οποία έχει πεθάνει, ήταν 100% Ελληνίδα. Έτσι είμαι κι εγώ, έστω και κατά 1/4 Έλληνας. Νομίζω πως έχω δικαίωμα να παίξω γι’ αυτή την ομάδα. Θα είναι σπουδαίο, θα είναι σίγουρα μια στιγμή περηφάνιας για την οικογένειά μου και για εμένα να εκπροσωπήσω τη χώρα. Μακάρι να συμβεί. Περιμένω να ολοκληρωθεί η διαδικασία, δεν θα απέρριπτα ποτέ αυτό το ενδεχόμενο», τόνισε χαρακτηριστικά ο Μπάλντοκ.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα