Ο Παπαδημούλης αγοράζει σπίτια και ο Τσίπρας ιδεολογίες

Θύμωσε και το έδειξε στη Βουλή ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, που ο Κυριάκος Μητσοτάκης εφαρμόζει (και) σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές, θεωρώντας προφανώς ότι είναι ο μοναδικός κληρονόμος των φιλολαϊκών πολιτικών

Ο Αλέξης Τσίπρας εδώ και τρία τουλάχιστον χρόνια επιχειρεί να ενδυθεί τον μανδύα του σοσιαλδημοκράτη πολιτικού. Δίχως επιτυχία να τονίσουμε, διότι από τη μία το κόμμα του και ειδικά τα παλαιότερα των στελεχών ούτε να ακούσουν θέλουν τη στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία, από την άλλη και ο ίδιος δεν μπορεί να βάλει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας (όπως έλεγε ο Ανδρέας, τον οποίο θέλει να μιμηθεί) τις ιδεοληψίες του.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

 Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δείχνει σαν να ζει σε ένα ιδιότυπο φαντασιακό κόσμο, όπου πιστεύει ότι είναι ο μόνος που έχει το δικαίωμα να ασκεί σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές, τις οποίες δεν γνωρίζει κιόλας. Λησμονώντας ότι υπάρχουν και άλλοι που έχουν γεννηθεί μέσα στη σοσιαλδημοκρατία και γνωρίζουν πολύ καλύτερα από αυτόν τη διεθνή πολιτική σκηνή.

Είναι όντως φαντασιακή η κατάσταση που ζει ο κ. Τσίπρας, όπως του είπε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή; Γιατί εξακολουθεί να πιστεύει ότι είναι ο μόνος σοσιαλδημοκράτης πολιτικός στην Ελλάδα; Αυτά τα φιλοσοφικά ερωτήματα πολύ δύσκολα θα μπορούσε να τα απαντήσει κάποιος άλλος πλην του κ. Τσίπρα. Άντε και ορισμένοι πολύ δικοί του άνθρωποι, οι οποίοι αποτέλεσαν τον δάσκαλό του επί των ιδεολογικών του αντιλήψεων. Οι άνθρωποι αυτοί θα δεινοπάθησαν, καθώς δεν μπορεί σε καμία περίπτωση ο κ. Τσίπρας να θεωρηθεί και ως ο καλύτερος μαθητής. Φυσικά, ο «σοσιαλδημοκράτης» Τσίπρας (δεν είναι ανέκδοτο, μη γελάτε) τις μισές ημέρες της εβδομάδας αυτoπροσδιορίζεται και ως αριστερός ριζοσπάστης. Αναμφίβολα τη λειτουργία του εκκρεμούς την έχει μάθει καλά ο πρώην πρωθυπουργός.

Τους τελευταίους μήνες αποδεικνύεται ότι οι μέντορες του κ. Τσίπρα, οι Αλέκος Φλαμπουράρης και Θανάσης Καρτερός, τον έχουν οδηγήσει σε αδιέξοδο. Διότι από τη μία τον έχουν πείσει ότι είναι ο μόνος σοσιαλδημοκράτης πολιτικός στην Ελλάδα, ξεχνώντας προφανώς να του υπενθυμίσουν ότι η Φώφη Γεννηματά μετέχει ως κανονικό μέλος στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και όχι ως επισκέπτης, ενώ ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου είναι πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Προφανώς και τους δύο ο κ. Τσίπρας και οι συν αυτώ τους θεωρούν υποδεέστερα μεγέθη, καθώς ένα από τα μειονεκτήματα του ιδίου και των ανθρώπων του είναι να υποτιμούν του αντιπάλους.

 Του βγήκε από τα αριστερά

Ο κ. Τσίπρας και οι μέντορές του έστησαν ένα αφήγημα και πάνω εκεί πορεύονται εδώ και μία τριετία, αλλά δίχως αποτέλεσμα γι’ αυτούς. Ποιο είναι το αφήγημα; Ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι σοσιαλδημοκράτης και ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι νεοφιλελεύθερος.

Όμως το αφήγημα αυτό καταρρίφθηκε, όχι μόνο σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις του 2019, όπου οι πολίτες ψήφισαν με χέρια και πόδια Ν.Δ. σε όλες τις κάλπες, αλλά και με τον τρόπο που ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του διαχειρίστηκαν την υγειονομική κρίση με την πανδημία του Covid-19. Και είναι λογικό αφενός μεν να αιφνιδίασε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου δε να του προκάλεσε ερωτηματικά πώς μπορεί ένας μη σοσιαλδημοκράτης να ασκεί τέτοιου είδους πολιτικές. Και αυτό εκνεύρισε ιδιαίτερα τον κ. Τσίπρα που αντέδρασε τσαντισμένα στη Βουλή, κατά την αντιπαράθεση των δύο την προηγούμενη Παρασκευή. «Ξαφνικά γίνατε φίλος του δημόσιου συστήματος υγείας. Η δυσκολία είναι ότι προσπαθείτε να οικειοποιηθείτε μια πολιτική που δεν σας ανήκει ιδεολογικά. Δεν έχετε την ιδιοκτησία πολιτικών που στηρίζουν τη δημόσια υγεία και οικονομία», είπε ο κ. Τσίπρας, και γέλασαν ακόμη και τα έδρανα με το πάθημά του.

Τι σημαίνει αυτή η φράση; Ότι τελικά ο κ. Τσίπρας του αρέσει να ζει μέσα σε αυτόν φαντασιακό κόσμο που του έχουν φτιάξει οι μέντορες. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει πλάσει μέσα του την έννοια της ιδιοκτησίας στην ιδεολογία. Όπως ο Παπαδημούλης αγοράζει ακίνητα σε τιμή ευκαιρίας, ως επενδυτής, έτσι και ο Τσίπρας συμπεριφέρεται ως ιδιοκτήτης ιδεολογιών.  Προφανώς, στο μυαλό του κ. Τσίπρα λειτουργεί το πρότυπο ότι μια φιλελεύθερη κυβέρνηση νομιμοποιείται να εφαρμόζει μόνο φιλελεύθερη πολιτική, μια σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση δικαιούται να εφαρμόζει μόνο σοσιαλδημοκρατικά μοντέλα, και μια αριστερή κυβέρνηση υποχρεούται να ασκεί μόνο μαρξιστική πολιτική.

Έλα όμως που ένας σύγχρονος πολιτικός, όπως απεδείχθησαν όλοι οι εν ζωή πρωθυπουργοί της χώρας, ο Κώστας Σημίτης, ο Κώστας Καραμανλής, ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Αντώνης Σαμαράς και φυσικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είχαν μία στρατηγική στη διακυβέρνηση της χώρας, ένα πρόγραμμα για το οποίο πήραν τη λαϊκή εντολή. Και όλοι εφάρμοσαν πολιτικές κι έλαβαν αποφάσεις που ήταν μακριά από την ιδεολογία τους, αλλά οι συνθήκες το επέβαλαν. Και φυσικά, δεν αναφερόμαστε για το εάν είχαν ή όχι επιτυχημένος έργο. Προφανώς ο κ. Τσίπρας έτσι έχει μάθει από τους μέντορες και γι’ αυτό εκνευρίστηκε και θεώρησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως ένα είδος ιδεολογικού και πολιτικού καταπατητή.

Ο Φλαμπουράρης έχει πείσει ως φαίνεται τον Τσίπρα ότι είναι ο μόνος σοσιαλδημοκράτης στην Ελλάδα

 

Υστερεί στη σύγκριση

Το εντυπωσιακό είναι ότι ο κ. Τσίπρας δεν κατηγορεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι παριστάνει λεκτικά τον σοσιαλδημοκράτη, ενώ στην πραγματικότητα ασκεί νεοφιλελεύθερη πολιτική. Του αναγνωρίζει μεν ότι πράγματι ασκεί σοσιαλδημοκρατική πολιτική σε τομείς όπως η υγεία και η οικονομία, αλλά του αρνείται αξιωματικά το δικαίωμα να το κάνει διότι την ιδεολογική ιδιοκτησία αυτών των πολιτικών την έχει ο ΣΥΡΙΖΑ και όχι η Ν.Δ. Και φυσικά, από την εξίσωση έβγαλε εκτός το ΚΙΝΑΛ και το ΠΑΣΟΚ, τον κατ’ εξοχήν φορέα της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα. Και φάνηκε η τσαντήλα του, όταν σε κάποιο άλλο σημείο της ομιλίας του υποστήριξε πως «οι πολιτικές με κοινωνικό πρόσημο, δεν είναι ιδιοκτησία της ΝΔ. Εμείς είμαστε αριστεροί, προοδευτικοί, με κοινωνικό πρόσημο».

Κοντολογίς, ο κ. Τσίπρας «απαγορεύει» στον Μητσοτάκη να δώσει λεφτά στη δημόσια υγεία, ή να βοηθήσει την ενεργό ζήτηση στην οικονομία, διότι τις θεωρεί δικές του πολιτικές που στηρίζονται στους ιδεολογικούς τίτλους ιδιοκτησίας που νομίζει ότι κατέχει. Προφανώς, κατά το σκεπτικό του κ. Τσίπρα και των μεντόρων του, ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να ασκεί μόνο νεοφιλελεύθερες πολιτικές, προκειμένου να διατηρηθεί ζωντανό το αφήγημά τους.

Κι όμως, εάν το σκεφθείς καλύτερα, είναι λογικό να εκνευριστεί και να αντιδράσει ο κ. Τσίπρας. Και αυτό διότι πλέον οι πολίτες συγκρίνουν. Και από τη σύγκριση ο κ. Μητσοτάκης υπερέχει παντού τού πρώην πρωθυπουργού, αλλά η υπεροχή είναι συντριπτική στα θέματα της οικονομίας. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή, ο Αλέξης Τσίπρας προσπάθησε ανεπιτυχώς να υποστηρίξει δύο θεωρίες. Η μία ότι η οικονομία «πετούσε» όσο ήταν στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και την οδήγησε στην ύφεση η κυβέρνηση της Ν.Δ. και ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσωπικά. Και η δεύτερη ότι, δήθεν, η σημερινή κυβέρνηση έχει δεσμευθεί έναντι των Ευρωπαίων εταίρων για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2021, άρα η ανάπτυξη θα «στραγγαλισθεί» και πάλι από μέτρα λιτότητας.

 Το αφήγημα του νεοφιλελευθερισμού

Κατά τη συζήτηση στη Βουλή, φυσικά ο κ. Μητσοτάκης αντέδρασε λέγοντας στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι ζει σε έναν φαντασιακό κόσμο με το να κατηγορεί ως νεοφιλελεύθερο τον πρωθυπουργό και την πολιτιστική που ασκεί. Προφανώς, ο κ. Τσίπρας έτσι έχει καθοδηγηθεί από τους μέντορές του. Να στηριχθεί σε ένα μύθευμα. Διότι κάπως έτσι ξεκίνησε ο όρος νεοφιλελευθερισμός.

Για πρώτη φορά ο όρος νεοφιλελευθερισμός ακούστηκε το 1922 ως «Neoliberalismus», προκειμένου να περιγράψει με υποτιμητικό τρόπο όλα όσα πραγματεύονταν ο Λούντβιχ φον Μίζες (1881-1973). Ο Μίζες, που ήταν Αυστριακός οικονομολόγος με μεγάλη επιρροή στο σύγχρονο ελευθεριακό κίνημα και στην αναβίωση του κλασικού φιλελευθερισμού, είχε γράψει ένα βιβλίο το 1919 με τον τίτλο «Έθνος, Κράτος, Οικονομία» που ανέλυε τον φιλελευθερισμό στην οικονομία.

Το 1926, ο όρος Νεοφιλελευθερισμός υιοθετήθηκε από τον Ότμαρ Σπαν (1878-1950) έναν συντηρητικών αντιλήψεων Αυστριακό φιλόσοφο, κοινωνιολόγο και οικονομολόγο, ο οποίος διακατεχόταν από ριζοσπαστικές αντιφιλελεύθερες και αντι-σοσιαλιστικές απόψεις και γι’ αυτό είχε χαρακτηριστεί ως πρωτοφασιστικός φιλόσοφος. Ο Σπαν συμπεριέλαβε τις θεωρίες του φον Μίζες (αν και φανατικός επικριτής του) και τις συνδύασε με όσα άλλα πρότειναν άλλοι φιλελεύθεροι οικονομολόγοι της εποχής, όπως οι Κνουτ Βίξελ και Γκούσταβ Κάσελ.

Για πρώτη φορά ο όρος νεοφιλελευθερισμός χρησιμοποιήθηκε με θετικό τρόπο από τους φιλελεύθερους διανοητές Λουί Ρουζιέ και Αλεξάντερ Ρουστόβ το 1938 σε συνέδριο στο Παρίσι, όπου πρότειναν μία μέση οδό μεταξύ του κλασικού φιλελευθερισμού και του σοσιαλιστικού κολεκτιβιστικού κεντρικού σχεδιασμού, προωθώντας έναν πιο ενεργό ρόλο του κράτους στις αγορές. Κατά την αρχική του αυτή θετική διατύπωση, στον νεοφιλελευθερισμό «προείχε η ελεύθερη λειτουργία του μηχανισμού τιμών της ανοικτής αγοράς, η ελεύθερη επιχειρηματικότητα, ο ελεύθερος ανταγωνισμός, και ένα ισχυρό και άτεγκτο Κράτος Δικαίου».

Πολύ αργότερα (1978 και 1979) ο Μισέλ Φουκώ (1926-1984) χρησιμοποίησε τον όρο «νεοφιλελευθερισμός» στις διαλέξεις του για τη «Βιοπολιτική» ως έναν ενδιάμεσο δρόμο μεταξύ του καπιταλισμού και σοσιαλισμού, ακριβώς με την έννοια που χρησιμοποιήθηκε το 1938. Ο Φουκώ –ως γνωστό– ήταν Γάλλος δομιστής και μεταμοντερνιστής φιλόσοφος, συγγραφέας, ψυχολόγος και ψυχοπαθολόγος, που είχε επηρεαστεί έντονα από τα γραπτά των Φρίντριχ Νίτσε και Μάρτιν Χάιντεγκερ. Έγινε γνωστός από τις μελέτες που έκανε σχετικά με τις έννοιες και τους κώδικες, όπως οι «αρχές του αποκλεισμού», μέσω των οποίων λειτουργούν και αυτοκαθορίζονται οι κοινωνίες, ενώ θεωρείται ένας από τους κυριότερους στοχαστές του Μάη του ’68, αν και ο ίδιος ποτέ δεν αποδέχθηκε κάποια σύνδεση με τα γεγονότα που έλαβαν χώρα τότε.

Κατάλοιπο της Σοβιετικής προπαγάνδας το αφήγημα για τον νεοφιλελεύθερο Μητσοτάκη που επέβαλλε ο Καρτερός

Κατάλοιπο της σοβιετικής προπαγάνδας

 

Από τη δεκαετία του 1980, η χρήση του όρου «νεοφιλελευθερισμός» εγκαταλείφθηκε ως αυτοπροσδιορισμός πολιτικών ομάδων και χρησιμοποιείται μόνον ως ετεροπροσδιορισμός από τρίτους, ως κατηγορία. Μάλιστα από τη δεκαετία του 1990, δεν υπάρχει κανένα πολιτικό κόμμα στον κόσμο που να χρησιμοποιεί τον όρο «νεοφιλελευθερισμός» ως αυτοπροσδιορισμό.

Για ποιον λόγο συνέβη αυτό; Ο όρος «νεοφιλελευθερισμός» έχει ερμηνευθεί με αριστουργηματικό τρόπο από τους Μαρξιστές οικονομολόγους τελείως διαφορετικά απ’ ό,τι τον ερμήνευαν οι πιονέροι τις πρώτες δεκαετίες του 1900.

Η μαρξιστική θεώρηση του «νεοφιλελευθερισμού» εντάσσεται στο πλαίσιο των ψυχροπολεμικών συγκρούσεων της δεκαετίας του 1980, όπου τα κομμουνιστικά καθεστώτα προσπαθούσαν να εδραιώσουν μια νέα ιδεολογική ερμηνεία του καπιταλισμού. Η νέα αυτή θεώρηση βασίστηκε στη Λατινική Αμερική, και συγκεκριμένα στην ανατροπή το 1973 του σοσιαλιστή Αλιέντε στη Χιλή και την άνοδο του καθεστώτος Πινοσέτ. Ο Αλιέντε είχε αποστείλει στις ΗΠΑ, και κυρίως στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, ομάδα Χιλιανών οικονομολόγων που ανεκλήθησαν από το καθεστώς Πινοσέτ κι έγιναν γνωστοί με το προσωνύμιο «Chicago Boys» (Παιδιά του Σικάγο).

Οι Chicago Boys, που παρουσιάζονταν από τη σοβιετική προπαγάνδα ως Αμερικανοί ενώ ήταν Χιλιανοί, εφάρμοσαν μια οικονομική μεταρρύθμιση σε αμερικανικά πρότυπα, ενώ το καθεστώς καταπίεσε κάθε αντίδραση της σοσιαλιστικής αντιπολίτευσης και δημιούργησε σύγχυση για την αποτελεσματικότητα των οικονομικών μέτρων, αλλά και πρόσφορο έδαφος για τη σοβιετική προπαγάνδα. Η εννοιολογική αυτή μετατροπή του όρου «νεοφιλελευθερισμός» διαχύθηκε σύντομα στον αγγλόφωνο κόσμο, συνδεόμενη άμεσα με τον οικονομολόγο Μίλτον Φρίντμαν και τη Σχολή του Σικάγου, δημιουργώντας έτσι μία σύγχυση που συνεχίζεται έκτοτε σ’ όλον τον κόσμο σχετικά με τον όρο «νεοφιλελευθερισμός». Μόνο που ο νομπελίστας Φρίντμαν δεν είχε καμία σχέση με τον νεοφιλελευθερισμό, καθώς ήταν μονεταριστής και χρησιμοποίησε στην πράξη τη θεωρία του, όταν ήταν οικονομικός σύμβουλος του Ρόναλντ Ρίγκαν. Σύμφωνα με τη θεωρία του μονεταρισμού, όταν αυξάνεται η ποσότητα χρήματος σε μια οικονομία μέσω νομισματικής πολιτικής, αυτό οδηγεί τελικά σε άνοδο των τιμών και αύξηση του πληθωρισμού.

Και βέβαια, κατανοούμε για ποιον λόγο ακούμε συχνά-πυκνά από τον Αλέξη Τσίπρα τα περί Πινοσέτ και νεοφιλελευθερισμού. Είναι το κατάλοιπο της Σοβιετικής προπαγάνδας, η οποία είναι ακόμη καρφωμένη στο μυαλό του Καρτερού (λογικό να έχει τέτοια βιώματα ο άνθρωπος, αφού επί πολλά χρόνια ακολουθούσε πιστά τη γραμμή της Μόσχας) και έτσι συμβουλεύει τον κ. Τσίπρα . Και στην Κουμουνδούρου επιμένουν, παρά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο αφήγημα δεν οδηγεί πουθενά.

Μπερδεμένο το μυαλό

Στην καταπληκτική ελληνική ταινία «Ξύπνα Βασίλη» με πρωταγωνιστή τον εξαιρετικό Γιώργο Κωνσταντίνου έχουμε δει όλοι πολλάκις τον ποιητή Φανφάρα να απαγγέλλει τον «Σκοταδόψυχο» . Ο Φανφάρας απήγγειλε τότε: «Φαρμάκι έχω στην ψυχή, φέρνει μαυρίλα θολερή στα στήθια μου. Σκοτάδι πίνω για πιοτό, και το μυαλό μου είναι θολό. Πω πω πω πω… Πω πω πω πω». Στο ποίημα του κινηματογραφικού ποιητή Φανφάρα (καταπληκτική ομολογουμένως η ερμηνεία από τον φανταστικό Γιώργο Μιχαλακόπουλο) αποτυπώνεται το πώς τα έχουν μπλέξει στο μυαλό τους οι περί τον Αλέξη Τσίπρα που συγκροτούν την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι, όπως φαίνεται και από τα ιστορικά στοιχεία που παραθέσαμε, ο νεοφιλελευθερισμός δεν ήταν τίποτε άλλο από μία επιτυχημένη σοβιετική προπαγάνδα.

Διότι ακόμη και σήμερα τα παπαγαλάκια της Κουμουνδούρου υποστηρίζουν ότι στον νεοφιλελευθερισμό απουσιάζει η κρατική παρεμβατικότητα στην αγορά, όμως η θεωρία που ανέπτυξαν και υλοποίησαν τόσο οι πρώτοι Ορντολιμπεραλιστές, όσο και οι σύγχρονοι, δηλαδή ο Μπιλ Κλίντον και ο Αλ Γκορ στις ΗΠΑ ήταν εντελώς διαφορετική. Ναι μεν επέτρεψαν την ελευθερία στην αγορά, αλλά η κρατική παρεμβατικότητα ήταν άμεση.

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα