Η… γέφυρα της εγκληματικότητας

Καθημερινή μάχη με το οργανωμένο έγκλημα δίνουν οι αστυνομικοί της Ηπείρου, καθώς τα 240 χλμ. συνόρων με την Αλβανία αποτελούν έδαφος παράνομης δραστηριότητας και ιδιαίτερα διακίνησης ναρκωτικών και όπλων.

 

Του Κώστα Παπαδόπουλου

 

«Το έδαφος της Ηπείρου, αποτελεί φυσική γέφυρα εγκληματικότητας με τη γειτονική χώρα», τονίζει στην «Α» αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. που υπηρετεί στην Αστυνομική Διεύθυνση Ηπείρου. Ο ίδιος αξιωματικός στέκεται ιδιαίτερα στην αύξηση της παραγωγής χασίς στο περιβόητο αλβανικό χωριό Λαζαράτι, με τους εκεί κατοίκους να έχουν δημιουργήσει το δικό τους καρτέλ και να προωθούν τα ναρκωτικά προς Ελλάδα και Ιταλία. Μάλιστα, οι σχετικές ενημερώσεις από την Αστυνομία δείχνουν ότι το α΄ εξάμηνο του 2014 έχει αυξηθεί κατά 40% η ποσότητα κατασχεμένου χασίς – ή 6 τόνοι περισσότεροι σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2013.

Το «θέατρο των επιχειρήσεων» εκτείνεται από την παραθαλάσσια Σαγιάδα του νομού Θεσπρωτίας και φτάνει μέχρι την Κόνιτσα, με την αλβανική μαφία να είναι μία δομημένη οργανωτικά ομάδα, με ξεκάθαρους ρόλους, ιεραρχία και τρόπους δράσεις ανάλογα με την περίσταση. Το γεγονός ότι η περιοχή στα περισσότερα σημεία είναι δύσβατη και το έδαφος καλυμμένο με δέντρα, κάνει ακόμα πιο δύσκολο το έργο των διωκτικών αρχών. Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι τα περάσματα των εμπόρων στα ελληνοαλβανικά σύνορα είχαν απασχολήσει και τον ΟΗΕ, καθώς σε έκθεση του Γραφείου Ναρκωτικών και Εγκλημάτων του Οργανισμού είχαν χαρακτηριστεί ως «greenborders».

 

Πώς περνούν τα σύνορα

Τα τελευταία χρόνια, ευαισθησία στο θέμα δείχνει και η αλβανική αστυνομία, η οποία με μπλόκα στα σύνορα προσπαθεί να πλήξει τους εμπόρους ναρκωτικών. Κάτι που, στην πράξη, μόνο εύκολο δεν αποδεικνύεται, καθώς οι κακοποιοί χρησιμοποιούν πλέον μουλάρια, γαϊδούρια (η τιμή τους πλέον φτάνει τα 1.000 ευρώ!), ακόμα και ανθρώπους προκειμένου η πραμάτεια τους να περάσει τα σύνορα χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Έχουν, μάλιστα, ανοίξει μονοπάτια ακόμα και στα πιο δύσβατα σημεία, χρησιμοποιώντας χρωματιστές πλαστικές σακούλες ως σημάδια των διόδων αυτών, προκειμένου να μη χάνονται οι οπλισμένοι με Kalashnikov και αποφασισμένοι για όλα διακινητές.

Αφού το εμπόρευμα περάσει τα σύνορα, αναλαμβάνουν δράση οι Έλληνες συνεργοί τους, που φορτώνουν τα ναρκωτικά σε αυτοκίνητα –κυρίως νοικιασμένα– και ξεκινούν τη… διανομή σε άλλα σημεία της Ηπείρου, προκειμένου το χασίς να φτάσει σε όλη τη χώρα. Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, σε κάθε λαθραία μεταφορά, χρησιμοποιούνται και ένα-δύο αυτοκίνητα ως «προπομποί», με τους οδηγούς τους να ελέγχουν τον δρόμο για μπλόκα και αστυνομική παρουσία γενικότερα. Αυτά προπορεύονται του οχήματος με το εμπόρευμα και επικοινωνούν με τον οδηγό του είτε μέσω κινητού τηλεφώνου ή με ασυρμάτους. Η τακτική, μάλιστα, της μεταφοράς αλλάζει ανάλογα με την ποσότητα, με τους αστυνομικούς της Δίωξης Ναρκωτικών πάντως να είναι πλέον ιδιαίτερα εκπαιδευμένοι στα κόλπα των διακινητών.

 

Ανταλλαγή πυροβολισμών

Το έργο των αστυνομικών μόνο εύκολο δεν είναι, καθώς οι Έλληνες αστυνομικοί μπορούν να περιμένουν ακόμα και ημέρες με το δάκτυλο στη σκανδάλη, παρακολουθώντας –είτε με κιάλια είτε με θερμικές κάμερες– τις κινήσεις των διακινητών στην άλλη πλευρά των συνόρων. Απέναντί τους, μάλιστα, έχουν ανθρώπους οι οποίοι δεν υπολογίζουν την ανθρώπινη ζωή και δεν διστάζουν να πυροβολήσουν με το που αντιληφθούν κίνδυνο. Ενδεικτικό είναι το περιστατικό, όπου λαθρέμποροι ναρκωτικών πυροβόλησαν εναντίον κυνηγού που πέρασαν για αστυνομικό και στη συνέχεια τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας στο σημείο 13 σακούλες με 833 κιλά χασίς μέσα.

Νωπό είναι, επίσης, το τραγικό περιστατικό ανταλλαγής πυροβολισμών με κακοποιούς στα ελληνοαλβανικά σύνορα, όπου έπεσε νεκρός ο 43χρονος αστυνομικός, Ηλίας Κωστένης, κοντά στη Μικρή Πρέσπα. Δύο Αλβανοί κακοποιοί, που κρατούσαν Kalashnikov, άνοιξαν πυρ όταν οι αστυνομικοί επεχείρησαν να ελέγξουν την καλύβα στην οποία βρίσκονταν. Από την ανταλλαγή πυροβολισμών έχασε τη ζωή τους ο Έλληνας αστυνομικός και οι δύο κακοποιοί.

 

Το χωριό Λαζαράτι

Το μεγάλο πρόβλημα της αλβανικής αστυνομίας –και εν συνεχεία της ελληνικής– είναι το Λαζαράτι, μία κωμόπολη λίγων χιλιάδων κατοίκων στα νότια της χώρας, η οποία έχει τους δικούς της άγραφους νόμους και κανόνες, ενώ το δίκαιο εκεί επιβάλλεται με τα όπλα. Το Λαζαράτι ασχολείται κατεξοχήν με την παραγωγή χασίς, με τους «βαρόνους» να έχουν συστήσει το δικό τους δομημένο δίκτυο, την εργασία να είναι άριστα οργανωμένη και να εμπλέκονται στην υπόθεση από αστυνομικούς, μέχρι υψηλά ιστάμενα πολιτικά πρόσωπα. Σε μία χώρα, άλλωστε, που ο μέσος μισθός μετά βίας φτάνει τα 250 ευρώ, το οικονομικό είναι μεγάλο δέλεαρ – ιδίως για τη νεολαία, αλλά και τους μεγαλύτερους σε ηλικία που δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν ακόμα και τα προς το ζην.

Στην έκθεση του ΟΗΕ που αναφέραμε στην αρχή του κειμένου, σημειώνεται πως η παραγωγή στη… ναρκο-κωμόπολη μεγαλώνει συνεχώς χρόνο με τον χρόνο, ενώ ήδη έχουν σπείρει ακόμα και τα πλέον άγονα και δυσπρόσιτα βουνά. Στις σκέψεις του καρτέλ είναι επίσης η επεξεργασία του χασίς που παράγουν, κάτι που θα μεγιστοποιήσει το κέρδος τους. Πρέπει, εδώ, να σημειώσουμε πως το παράδειγμα του Λαζαράτι φαίνεται να ακολουθούν και άλλες πόλεις, όπως ο Αυλώνας ή τα Σκόδρα, που δειλά-δειλά κάνουν τα πρώτα τους βήματα στην παραγωγή και το εμπόριο ναρκωτικών.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα