Ευ. Μυτιληναίος στον Κύκλο Ιδεών: Οι τράπεζες έχουν μια μοναδική ευκαιρία για να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις τα ξένα τραπεζικά ιδρύματα

“Τα τελευταία λίγα χρόνια η ελληνική οικονομία μεγεθύνεται περισσότερο από τις ευρωπαϊκές, είναι σε μια καλή τροχιά, οι επενδύσεις αυξάνονται σημαντικά, η ανεργία μειώνεται, η σταθερότητα είναι εκεί. Θα μπορούσε επίσης κανείς να πει ότι σε αυτά τα χρόνια η ελληνική οικονομία έχει σαφώς προοδεύσει. Είτε αυτό αφορά την ενσωμάτωση τεχνολογίας είτε αυτό αφορά τη δυνατότητα να δίνει εισοδήματα’, δήλωσε, μεταξύ άλλων, ο κ Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής ΙΟΒΕ, Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, στο συνέδριο που διοργανώνει ο Κύκλος Ιδεών Κύκλου Ιδεών με θέμα “Η Καμπύλη της Μεταπολίτευσης”.

Ερωτηθείς ο κ. Γκίκας Χαρδούβελης, Πρόεδρος του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας και Πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, για το ποιοι παράγοντες οδήγησαν στην κρίση και τι δεν πρέπει να επαναλάβουμε για να μην αντιμετωπίσουμε ξανά τον κίνδυνο της χρεωκοπίας, απάντησε: “Νομίζω για να πούμε ποιοι παράγοντες οδήγησαν στην κρίση, ήταν παράγοντες που δεν ήταν έκπληξη όταν ήρθε. Θυμάμαι που το 2007 είχαμε κάνει  μια μελέτη, που είχαμε σηκώσει την κόκκινη σημαία και λέγαμε ότι κάτι δεν πάει καλά, με την ελληνική οικονομία, διότι είχαμε τα διπλά ελλείμματα. Έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών, που σημαίνει ότι η ζήτηση για να αγοράσουμε αγαθά των ξένων ήταν πολύ μεγαλύτερη από την προσφορά τη δική μας, Είχαμε μια οικονομία η οποία δεν παρήγαγε αρκετά αγαθά, όσα θέλαμε εμείς να καταναλώσουμε. Άρα υπήρχε μια ανισορροπία που ήταν εμφανής. Η δεύτερη μεγάλη ανισορροπία εν έτι 2007 ήταν το δημοσιονομικό, που κρυβόταν λίγο και εμφανίστηκε απότομα το 2009 με την αλλαγή κυβέρνησης. Άρα αυτό που έφερε την ξαφνική κρίση, ήταν ότι αναδείχθηκαν ξαφνικά οι ανισορροπίες. Η οικονομία είχε κάπως ισορροπήσει πριν την ΟΝΕ, επειδή είχαμε κάνει προσπάθεια να μειώσουμε τον πληθωρισμό,  και τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Στη συνέχεια όμως, όταν με την έλευση της ΟΝΕ χάθηκαν τα μακροοικονομικά εργαλεία και το γεγονός ότι είχαμε έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών δεν επηρέασε την τιμή της δραχμής, δεν γινόντουσαν πιο ακριβά τα ξένα προϊόντα. Οπότε συνεχίζαμε και καταναλώναμε. Το γεγονός ότι είχαμε δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο διαρκών δανειζόταν, δεν αύξανε το επιτόκιο. Γιατί δεν αυξανόταν το επιτόκιο; Η αγορά θεωρούσε ότι η Ελλάδα ήταν μια μικρή Γερμανία. Οι αναλυτές δεν ασχολήθηκαν να ψάξουν τις ελληνικές εταιρείες, γιατί θεωρούσαν “ξέρουμε δέκα καλές επιχειρήσεις, η οικονομία πάει καλά, πάμε παρακάτω”. Ένα 4% ήταν στο χαρτοφυλάκιο των ευρωπαϊκών μετοχών οι ελληνικές επιχειρήσεις, κανένας δεν είχε πάρει στα σοβαρά ότι υπήρχαν ανισορροπίες στην Ελλάδα, ούτε οι ίδιοι οι οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι μας είχαν στην κατηγορία Α, και αυτοί εξεπλάγησαν. Ζήσαμε μια έντονη εποχή, όπου είχαμε υπερκατανάλωση και υποπαραγωγή. Και ένα δημόσιο το οποίο αντί να έχει έσοδα από φόρους, ξόδευε παραπάνω. Αυτές οι δύο ανισορροπίες εμφανίστηκαν με την αλλαγή κυβέρνησης το 2009 και μας έφεραν εκεί που μας έφεραν. Γιατί κανένας δεν το κατάλαβε; Γιατί υπήρξε αυτός ο εφησυχασμός, νομίζω το απάντησα είναι διότι κανένας δεν το έψαξε πραγματικά. Μας θεωρούσαν μια μικρή Γερμανίας. Έλειψε η πειθαρχία της αγοράς. Η ίδια η είσοδος στην ΟΝΕ ήταν ένα υπνωτικό χάπι. Ενώ μπαίνοντας στην ΟΝΕ έπρεπε να συνεχίσουμε να μεταρρυθμιζόμαστε, επειδή όμως ζούσαμε καλά, κανείς δεν ενδιαφέρθηκε. Άρα δανειζόμασταν και περνούσαμε καλά, αυτό συνέβη. Κάποιες μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν, σας θυμίζω, κόπηκαν στο ξεκίνημά τους. Και πολιτικά ήταν δύσκολο για τους πολιτικούς, κανένας δεν είχε καταλάβει πώς αυτή η οικονομία θα τρέχει στο μέλλον. Επίσης, την εποχή εκείνη, δεν είχαμε τους θεσμούς που έχουμε τώρα, μια ανεξάρτητη στατιστική υπηρεσία φτιάχτηκε γύρω στο 1999-2000. Δεν μας το επέβαλαν οι τροϊκανοί, το κάναμε εμείς. Δεν είχαμε και σοβαρά στατιστικά στοιχεία. Σας θυμίζω την εποχή εκείνη τι είχε συμβεί με τα στατιστικά στοιχεία. Αλλά και γενικά η Ευρώπη η ίδια, δεν ήταν έτοιμη για την εποχή μετά την ΟΝΕ, ενώ ήξερε ότι το εργαλείο που έχουν οι κυβερνήσεις τώρα, επειδή δεν είχαν τη συναλλαγματική ισοτιμία, δεν είχαν το επιτόκιο, δεν είχαν τη δική τους νομισματική πολιτική, ήταν οι μεταρρυθμίσεις, έπρεπε να προσέξουν το δημοσιονομικό οι χώρες, δεν είχαν φτιάξει ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για να αντιμετωπιστούν οι κρίσεις. Ήρθε η ελληνική κρίση για να φτιαχτεί ESM και όλα αυτά τα ζητήματα που είδαμε. Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς για να μην το επαναλάβουμε; Πρώτα από όλα να καταλάβουμε όλοι οι πολίτες γιατί ήρθε η κρίση; Διότι εγώ πιστεύω ότι οι μισοί Έλληνες δεν το ξέρουν. Πιστεύουν  ότι ήρθαν οι εγκάθετοι Ευρωπαίοι και μας επέβαλαν μέτρα και μας φτώχυναν.Πιστεύουν ότι ήρθε από έξω η κρίση για κάποιον λόγο. Αλά δεν έχει γίνει μια σοβαρή συζήτηση για τα αίτια της κρίσης. Άμα δεν καταλάβεις την ύβρη δεν θα υπάρξει η μετάνοια και η κάθαρση, θα έχουμε διαρκώς το πρόβλημα. Πρέπει να επενδύουμε  στον οικονομικό εγγραμματισμό. Έχουμε δεσμευτεί τώρα ότι πρέπει να έχουμε πρωτογενή πλεονάσματα.  2% του ΑΕΠ. Αυτό καταλαβαίνω ότι οι κυβερνήσεις το έχουν αποδεχτεί και μάλλον το ακολουθούμε και πάμε καλά σχετικά με αυτό. Σίγουρα πρέπει να φτιάξουμε τους θεσμούς στη χώρα, το φορολογικό θέμα, το οποίο αν μας άφησε κάτι καλό η περίοδος της κρίσης, είναι ότι έχουμε μια ανεξάρτητη αρχή δημοσιονομικών εσόδων, η οποία λειτουργεί ανεξάρτητα από τους πολιτικούς και σιγά σιγά έρχεται μεγαλύτερη διαφάνεια στη χώρα μας. Με την αύξηση της διαφάνειας και της σωστής διακυβέρνησης πιστεύω και με τη βελτίωση του εγγραμματισμού, το μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο δεν πρέπει να βασίζεται σε ανισορροπίες και σε υπερδανεισμό, θα γίνει κοινό κτήμα, θα γίνει ιδιοκτησία του Έλληνα. Ο Έλληνας πρέπει να αποκτήσει μια ιδιοκτησία των μεταρρυθμίσεων που πρέπει να γίνουν στην οικονομία, για να τις δέχεται, να τις καταλαβαίνει και να μην αντιδράει πολιτικά”.

Ο κ. Ευάγγελος Μυτιληναίος, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Mytilineos, ανέφερε: “Το σοκ της κατάρρευσης στην κρίση, να υπενθυμίσω, ότι δεν έγινε στην Ελλάδα αλλά έγινε στη Γαλλία. Να σας θυμίσω ότι ο πρόεδρος Σαρκοζί και η καγκελάριος Μέρκελ στη Ντοβίλ το φθινόπωρο του 2010, αποφασίστηκε ότι τα δημοσιονομικά της κάθε χώρας κρίνονται ξεχωριστά, ότι το κοινό νόμισμα είναι κοινό νόμισμα, αλλά τα επιτόκια δανεισμού της κάθε χώρας θα κρίνονται πλέον ανάλογα με τις επιδόσεις της οικονομίας της κάθε χώρας. Ενώ μέχρι τότε, όλοι νομίζαμε ότι είμαστε η Γερμανία. Και αυτό προκάλεσε στη δεκαετία μετά το 2000 και μεγάλη αύξηση στη δανειακή επιβάρυνση του συνόλου της οικονομίας, γιατί ξαφνικά από επιτόκια 15 και 20% που είχαμε, εγώ θυμάμαι ομόλογα τη δεκαετία του 90′ 24% (σε δραχμή)…με 2%-3%-4% μας φαίνονταν όλα πολύ φθηνά, και στους καταναλωτές και στις επιχειρήσεις. Μια πιστωτική επέκταση η οποία όριο δεν είχε, και έπαιξε τον ρόλο που έπαιξε. Ας θυμόμαστε αυτό το ωραίο γαλλικό θέρετρο της Ντοβίλ το οποίο ήταν για εμάς ότι χειρότερο θα μπορούσε να είχε φανταστεί ο οποιοσδήποτε. Θεωρώ ότι οι τράπεζες αυτή τη στιγμή έχουνε μία μοναδική ευκαιρία, του συνδυασμού των υψηλών επιτοκίων της ΕΚΤ και των σχετικά χαμηλών επιτοκίων καταθέσεων, για να δημιουργήσουν κεφαλαιακό απόθεμα το οποίο ήταν υπερ-απαράιτητο και φυσικά δεν μπορούσε κανείς πλέον να το περιμένει ούτε από το Δημόσιο ούτε από την ΕΕ. Οι τράπεζες είναι τώρα σε αυτή τη βάση, για αυτό και για άλλους λόγους, έχουν καταφέρει πολύ σημαντική κερδοφορία, εξ ου και τα μερίσματα. Είναι μοναδική ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν αυτήν την περίοδο, για να εκ μοντερνιστούν και ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις, τα ξένα τραπεζικά ιδρύματα”.

Συνεχίζοντας, ανέφερε ακόμη μεταξύ άλλων: “Η βιομηχανική ιστορία της μεταπολίτευσης είναι μια καρδιά πονεμένη. Η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή διατήρησε μια συντηρητική οικονομική πολιτική. Δεν μπήκαμε καλά στη μεταπολίτευση από πλευράς προσέγγισης των ευρωπαϊκών στάνταρ της οικονομίας. Εν συνεχεία ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ το 81′, ο Ανδρέας Παπανδρέου παραμένει ο πλέον δημοφιλής των πρωθυπουργών της μεταπολίτευσης, το οποίο δεν με εξέπληξε καθόλου διότι βλέπουμε ότι ακόμα και σήμερα κυβερνήσεις αναζητούν εναγωνίως στελέχη του ΠΑΣΟΚ για να στελεχωθούν καταλλήλως. Πλην όμως οικονομικά ξεκίνησε δειλά δειλά το ξεχείλωμα της οικονομίας. Η δημοσιονομική πολιτική του ΠΑΣΟΚ έπρεπε να ανταποκριθεί στις λαϊκές προσδοκίες, δημιουργήθηκε τότε ο οργανισμός ανασυγκρότησης προβληματικών επιχειρήσεων…ξεκίνησε ένα όργιο διαφθοράς…η δεύτερη περίοδος του ΠΑΣΟΚ από το 85′ και μετά ήταν μια περίοδος που η χώρα άρχισε να μπαίνει σε μια πολιτική αστάθεια, φαινόταν το πράγμα, η αντιπολίτευση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ήταν οξύτατη. Και φτάσαμε στην πολιτική αστάθεια του 89-90 με τα γνωστά αποτελέσματα. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κατά τη γνώμη μου ήταν μια μοναδική πολιτική φυσιογνωμία και πολλά χρόνια μπροστά από την εποχή του όταν ήταν πρωθυπουργός και για αυτό απέτυχε. Για τον κ. Σημίτη έχω επίσης μεγάλο θαυμασμό, ήταν ευτύχημα που ήταν πρωθυπουργός για την Ελλάδα οκτώ χρόνια”.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα