Ελληνοτουρκικά: «Ήρεμα νερά» και επικίνδυνα μπουρίνια…

Με το ένα μάτι στραμμένο στη Μέση Ανατολή και με το άλλο στο Αιγαίο η Τουρκία συνεχίζει να είναι ο αποσταθεροποιητικός παράγοντας της περιοχής κρυπτόμενη πίσω από την ελληνοτουρκική προσέγγιση  

Μία από τις πολλές ρήσεις της ελληνικής λαϊκής σοφίας λέει δεικτικά πως «όπου γάμος και χαρά η Βασίλω πρώτη». Στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών είναι ξεκάθαρο ότι τον ρόλο της Βασίλως τον υποδύεται επάξια ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Μόνο που αντί για χαρές και πανηγύρια ο πρόεδρος της Τουρκίας σπεύδει να βρεθεί στην πρώτη σειρά οποιασδήποτε κρίσης θεωρεί ότι εξυπηρετεί τα επεκτατικά σχέδια της χώρας του. Εξαίρεση δεν αποτελεί ούτε η φλεγόμενη Μέση Ανατολή, θα αποτελούσε η Ελλάδα;

Του Νίκου Τσαγκατάκη

Όσο ο «σουλτάνος» Ερντογάν διεκδικεί τον ρόλο του υπέρτατου προστάτη των απανταχού μουσουλμάνων εκμεταλλευόμενος τη σύγκρουση του Ισραήλ με τη Χαμάς στη Γάζα αλλά και την εξόντωση του αρχηγού του πολιτικού σκέλους της σουνιτικής οργάνωσης Ισμαήλ Χανίγια, τα γεράκια της Άγκυρας –διπλωματικά και στρατιωτικά– συνεχίζουν την παλιά τους… τέχνη: αυτήν της με κάθε τρόπο και μέσο αμφισβήτησης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Για παράδειγμα, το όνομα του Αμπντουλκαντίρ Ουράλογλου δεν είναι γνωστό στη χώρα μας, είναι ωστόσο ο πλέον πρόσφατος από μία σειρά στελεχών της τουρκικής κυβέρνησης που κάνει σημαία τα «462 τετραγωνικά χιλιόμετρα της Γαλάζιας Πατρίδας». Πιο συγκεκριμένα, από τη θέση του υπουργού Μεταφορών και Υποδομών της κυβέρνησης Ερντογάν ο Ουράλογλου ανακοίνωσε πριν από μερικά 24ωρα την υπογραφή μιας σύμβασης μεταξύ του υπουργείου του και του Εθνικού Ερευνητικού Κέντρου Ναυτικού Δικαίου του Πανεπιστημίου της Άγκυρας, η οποία σύμφωνα με τα ανακοινωθέντα έχει ως αντικείμενο την εκπόνηση μελετών για τη «γαλάζια» οικονομία της Τουρκίας και τον σχεδιασμό θαλάσσιων πεδίων σύμφωνα με τα δικαιώματα και τα συμφέροντα της ημισελήνου στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.

Τα σχόλια που έκανε ο Τούρκος υπουργός Μεταφορών και Υποδομών με φόντο την επίμαχη σύμβαση δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών για τις πραγματικές προθέσεις της Άγκυρας σε σχέση με την Ελλάδα. Κι αυτό διότι ο Ουράλογλου τόνισε με στόμφο ότι η χώρα του θα συνεχίσει να προστατεύει τη «Γαλάζια Πατρίδα» με «όλους τους θεσμούς και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις μας» και δεν θα επιτρέψει σε κανέναν «να εποφθαλμιά ούτε έναν κόκκο άμμου ούτε μία σταγόνα νερό στη θάλασσά μας». Αξίζει να σημειωθεί ότι περίπου έναν μήνα νωρίτερα από το στόμα του ίδιου υπουργού έγινε γνωστό ότι η Τουρκία έχει ήδη ξεκινήσει στα κατεχόμενα της Κύπρου τις εργασίες ανάπτυξης ενός συστήματος ο υπηρεσιών κυκλοφορίας πλοίων (V.T.S.) με σκοπό όπως λένε οι εμπνευστές του το 2026 οπότε και αναμένεται να έχει περατωθεί το έργο η Τουρκία να αυξήσει την αποτελεσματικότητά της στην Ανατολική Μεσόγειο.

Προανάκρουσμα(;) η Κάσος

Οι παραπάνω σχεδιασμοί του καθεστώτος Ερντογάν δεν μπορούν ειδωθούν αποκομμένοι –απλούστατα γιατί δεν είναι– από το συνολικό αναθεωρητικό δόγμα της Άγκυρας που περιλαμβάνει τη γκριζοποίηση του Αιγαίου, την απειλή του casus belli για τα 12 μίλια, ακόμη και τους πρόσφατους λεονταρισμούς της Άγκυρας προς την Αθήνα για τα δύο θαλάσσια πάρκα που σχεδιάζει να κηρύξει η ελληνική κυβέρνηση στο Αιγαίο και το Ιόνιο.

Ούτε, φυσικά, το πρόσφατο σοβαρό επεισόδιο που έγινε στην Κάσο τουρκικά πολεμικά πλοία να κάνουν επίδειξη δύναμης σε ιταλικό πλοίο που ενεργούσε στην περιοχή για λογαριασμό της χώρας μας, είναι ένα τυχαίο και αθώο περιστατικό. Θυμίζεται ότι στις 23ης Ιουλίου και επί πολλές ώρες πέντε τουρκικά πολεμικά πλοία έπαιζαν… ναυμαχία με τρία ελληνικά σκάφη, όταν το υπό ιταλική σημαία πλοίο «Ievoli Relume» βγήκε στα διεθνή ύδατα μεταξύ Κάσου και Καρπάθου χαρτογραφώντας τη θαλάσσια περιοχή για πόντιση υποβρύχιων καλωδίων στο πλαίσιο της διακρατικής συμφωνίας ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κρήτης με την Κύπρο.

Ομολογουμένως η αντίδραση της Αθήνας ήταν άμεση καθώς στην περιοχή εστάλησαν για επιτήρηση η φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς», η κανονιοφόρος «Αήττητος», καθώς και ένα περιπολικό ανοικτής θαλάσσης του Λιμενικού. Είναι παράλληλα, όμως, ξεκάθαρο ότι η ελληνική κυβέρνηση μέσω του υπουργείο Εξωτερικών επεδίωξε να υποβαθμίσει το σκηνικό έντασης που «έστησε» η Άγκυρα στο νότιο Αιγαίο, ισχυριζόμενη ότι σε καμιά φάση εκείνου του θερμού εικοσιτετραώρου «δεν υπήρξε σε οποιαδήποτε περίπτωση δημιουργίας κρίσης», ότι τα πλοία που επιτηρούσαν στην περιοχή «δεν ήρθαν ποτέ κοντά» κι ως εκ τούτου «δεν υπήρξε κίνδυνος θερμού επεισοδίου».

Αν, πάντως, συνέβησαν όλα αυτά όπως ακριβώς τα περιέγραψε σε διάφορες συνεντεύξεις του ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, Γιώργος Γεραπετρίτης, τότε όλοι οι δημοσιογράφοι των ελληνικών ΜΜΕ που είναι διαπιστευμένοι στο ΥΠ.ΕΞ. και στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας θα πρέπει να… αλλάξουν επάγγελμα καθώς στα ρεπορτάζ τους άλλα έλεγαν: ότι πήραν φωτιά τα «κόκκινα» τηλέφωνα στις δύο χώρες κι ότι ενεργοποιήθηκαν τα σχετικά διπλωματικά πρωτόκολλα ακριβώς επειδή ήταν ορατός ο κίνδυνος να κλιμακωθεί η ένταση και να εξελιχθεί σε ένα θερμό επεισόδιο.

Την ίδια άποψη έχουν και έμπειροι αναλυτές που λένε ότι στην περίπτωση της Κάσου η Άγκυρα:

> Έκανε ένα δυνατό «test drive» έμπρακτης αμφισβήτησης της συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ που υπέγραψε η Ελλάδα με την Αίγυπτο τέτοιες ημέρες τον Αύγουστο του 2020, επικαλούμενη το παράρτημα των γεωγραφικών συντεταγμένων που έχει κατατεθεί με επιστολή στον ΟΗΕ και οι οποίες εμπεριέχονται στο παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο και υποστηρίζοντας δια του τρόπου αυτού ότι η θαλάσσια περιοχή νότια, ανατολικά και νοτιοδυτικά της Κάσου βρίσκεται μέσα στα όρια της τουρκικής υφαλοκρηπίδας.

> Αναβάθμισε στρατιωτικά τις προκλήσεις της στο Αιγαίο αφού για πρώτη φορά μετά από χρόνια ο τουρκικός… τσαμπουκάς της 23ης Ιουλίου στο νότιο Αιγαίο δεν εκφράστηκε δια των συνήθων υπόπτων Τούρκων ψαράδων αλλά με τις φρεγάτες «Gokova» και «Gokcu», την κορβέτα «Beykoz» και με δύο πυραυλακάτους του πολεμικού ναυτικού της Τουρκίας.

Η εμμονή στην «διαβουλευτικότητα»

Είναι πανθομολογούμενο ότι στη διπλωματία δεν μπορεί να διαμείβονται τα πάντα υπό το φως του ήλιου, αλλά αυτή η παραδοχή πόρρω απέχει για την αναγκαιότητα να δημοσιοποιήσει η Αθήνα το τι πραγματικά συνέβη στην Κάσο τον προηγούμενο μήνα και ακολούθως να καταγγείλει με ένταση στους συμμάχους της και στα διεθνή φόρα την σταθερά προκλητική στάση των γειτόνων της. Το γιατί, τώρα, ο Έλληνας ΥΠ.ΕΞ. επιμένει στο αφήγημα του «όλα καλώς» και της «διαβουλευτικότητας», να μπορεί δηλαδή η Ελλάδα να συζητάει με την Τουρκία, δίχως να υπαναχωρεί από τις εθνικές θέσεις της, έχει ως έναν βαθμό την εξήγησή του.

Κι αυτή η εξήγηση δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι υπάρχει μπροστά –ως τα τέλη το Σεπτέμβρη– το ραντεβού του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που θα λάβει χώρα στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και στο οποίο αναμένεται να αξιολογηθεί η έως τώρα πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μαζί με τα επόμενα βήματα σε επίπεδο επαφών των αντιπροσωπειών των δύο χωρών. Ως εκ τούτου προκύπτει από τα συμφραζόμενα ότι η Αθήνα δεν θέλησε στην Κάσο να τσαλακώσει το… περιτύλιγμα των «ήρεμων νερών» με την οποία είναι αμπαλαρισμένη η ελληνοτουρκική προσέγγιση, επιλέγοντας να κάνει ότι δεν είδε το επικίνδυνο μπουρίνι που σηκώθηκε στο νότιο Αιγαίο.

Εν τέλει αυτό μοιάζει να είναι και το μείζον πρόβλημα της ελληνικής διπλωματίας. Ότι δηλαδή σε όλες τις πειρατικές συμπεριφορές των γειτόνων είτε αυτές αφορούν το Αιγαίο, είτε τη Θράκη είτε την Κύπρο, είναι εμμονικά προσκολλημένη στο δόγμα του κατευνασμού περιμένοντας ότι όσο λιγότερο «γκρινιάξει» τόσο λιγότερα έχει να χάσει. Μόνο που η Ιστορία έχει διδάξει ότι η άρνηση της πραγματικότητας και η αδυναμία αυτή η πραγματικότητα να αντιμετωπιστεί με βάση της σωστή της διάσταση οδηγεί και σε ιστορικών διαστάσεων ήττες.

Ναρκοθετεί (και) το Κυπριακό

Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν σε μία κρίσιμη στιγμή για το μέλλον του Κυπριακού ζητήματος, καθώς έπειτα από τις ανάρμοστες φιέστες των Τούρκων στην κατεχόμενη Κύπρο με φόντο την 50η επέτειο της εισβολή στο νησί του πρώτου «Αττίλα» (σ.σ. η Άγκυρα την χαρακτηρίζει επέτειο της «Ευτυχισμένης Ειρηνευτικής Επιχείρησης»), ο πρόεδρος της μεγαλονήσου, Νίκος Χριστοδουλίδης, προσκλήθηκε από τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, να βρεθεί στη Νέα Υόρκη την ερχόμενη Τρίτη 13 Αυγούστου ώστε να συμμετάσχει σε τριμερή συνάντηση μαζί με τον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, Ερσίν Τατάρ. Σκοπός της συνάντησης δεν είναι άλλος από το να πειστεί η ηγεσία του ψευδοκράτους αλλά και η Τουρκία να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να επανεκκινήσουν οι συνομιλίες των δύο κοινοτήτων για την επίλυση του Κυπριακού που είχαν καταρρεύσει τον Ιούλιο του 2017, στο ελβετικό θέρετρο Κραν Μοντανά. Το «ναι» του Χριστοδουλίδη στην πρόταση του ΟΗΕ ήταν άμεσο, αλλά η ανταπόκριση της τουρκικής πλευράς βρισκόταν ακόμη στον αέρα όσο γραφόταν το ρεπορτάζ καθώς ο Τατάρ φέρεται να έχει απαντήσει πως θα δώσει το «παρών» στην συνάντηση της Νέα Υόρκης μόνο αν η Λευκωσία αναγνωρίσει(!!!)την κυριαρχική ισότητα των δύο κοινοτήτων. Ως γνωστόν το δίδυμο ΕρντογάνΤατάρ επιμένουν στην αποδοχή των τετελεσμένων της εισβολής του ’74 υπογραμμίζοντας ότι η Λευκωσία και η Αθήνα πρέπει να ξεχάσουν το σενάριο της επανένωσης μέσω της δικοινοτικής ομοσπονδίας, καθώς η κατ’ την τουρκική οπτική «λύση» του Κυπριακού θα επέλθει εφόσον αναγνωριστεί ως ανεξάρτητο κράτος η κατεχόμενη Κύπρος.

Με τέτοιες παράνομες και μαξιμαλιστικές απαιτήσεις, το συμπέρασμα που προκύπτει αβίαστα είναι ότι όπως και στα ελληνοτουρκικά, έτσι και στο Κυπριακό, η διαδικασία προσέγγισης ναρκοθετείται συστηματικά από την Άγκυρα δίχως να παράγεται κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα για τα ελληνικά εθνικά δίκαια και με την χώρα μας να χρεώνεται περί τα 10 δισ. ευρώ για εξοπλισμούς ώστε προετοιμασμένη για το ο μη γένοιτο. Κατά τα λοιπά η διαδικασία του στυλ «κουβέντα να γίνεται» το μόνο που εξασφαλίζει είναι οικονομία… καυσίμων για τα ελληνικά πολεμικά «φτερά», μακιγιάροντας ωστόσο το δήθεν διαλλακτικό-φιλειρηνικό προφίλ της Άγκυρας το οποίο εκμεταλλεύεται ο «Σουλτάνος» για προσπορίζεται γεωπολιτικά οφέλη εκβιάζοντας και απειλώντας του πάντες.

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα