Ψάχνουν, ψάχνουν (Αλλά δεν βρίσκουν…)

Το 1978 πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, πέθανε ο Πάπας Ιωάννης Παύλος και στα ταμεία των κινηματογράφων σάρωνε το μιούζικαλ «Γκριζ». Από αυτήν τη μακρινή εποχή ξεκινούν και οι έλεγχοι, φορολογικοί και μη, των κρατικών αρχών στον Θωμά Λιακουνάκο. Ύστερα, όμως, από 36 χρόνια δεν έχει στοιχειοθετηθεί ποτέ κάποιο ποινικό παράπτωμα σε βάρος τού επιχειρηματία, τον οποίο εμπλέκει σε μίζες ο πρώην αναπληρωτής γενικός διευθυντής Εξοπλισμών τού υπουργείου Άμυνας, Αντώνης Κάντας.

Ο κ. Λιακουνάκος, μέσω της εταιρείας του «AXON», ήταν αντιπρόσωπος και της γερμανικής εταιρείας KRAUSS MAFFEI WEGMANN, η οποία προωθούσε τα άρματα μάχης LEOPARD 2Α5-HEL στις αρχές της δεκαετίας τού 2000.

Άνθρωποι που γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις είναι σε θέση να διαβεβαιώσουν ότι ο ανταγωνισμός ήταν τόσο ισχυρός που δεν υπήρχε περίπτωση να συμβεί κάποια «λαθροχειρία», ενώ υπενθυμίζουν πως ο κ. Λιακουνάκος έχει βγει καθαρός από προηγούμενη δικαστική διερεύνηση του διεθνούς δημόσιου μειοδοτικού διαγωνισμού που προκηρύχθηκε.

Συγκεκριμένα, αναφέρουν πως στον διαγωνισμό έλαβαν μέρος 6 τύποι αρμάτων μάχης και κατατέθηκαν 3 διαδοχικές προσφορές. Επιπλέον, δεκάδες αξιωματικοί συμμετείχαν στις αρμόδιες επιτροπές κατά τις διαδοχικές φάσεις της πολύχρονης διαδικασίας, από την επιχειρησιακή αξιολόγηση στο Λιτόχωρο το 1998 έως τη διαπραγμάτευση και την υπογραφή της σύμβασης την περίοδο 2002-2003.

Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, πως δεν προβλήθηκε ποτέ καμιά ένσταση ή αντίρρηση από τις ανταγωνίστριες εταιρείες όταν βγήκε η τελική απόφαση, ούτε αυτές κινήθηκαν δικαστικώς σε βάρος της.

 Κρατάει χρόνια η «κολόνια»

Η ανάγκη για καινούργια άρματα μάχης χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, αφού τα προηγούμενης τεχνολογίας είχαν περιορισμένες τεχνικοεπιχειρησιακές δυνατότητες, αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα υποστήριξης και, επομένως, ήταν ασύμφορη η οποιαδήποτε προσπάθεια εκσυγχρονισμού τους για διατήρησή τους σε πλήρη επιχειρησιακή χρήση. Γι’ αυτό, το 1998 το ΓΕΣ προσκάλεσε σε επιχειρησιακή δοκιμασία οκτώ κατασκευαστές αρμάτων μάχης από ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ρωσία, Ουκρανία, Ιταλία και Ισραήλ.

Από αυτούς ανταποκρίθηκαν οι έξι, οι οποίοι έλαβαν μέρος στην επιχειρησιακή δοκιμασία στο Λιτόχωρο επί δύο μήνες, το 1998. Η Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών (ΓΔΕ) απέστειλε στις εταιρείες πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για 246 άρματα μάχης, ενώ στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν τρεις γύροι προσφορών.

Από το πόρισμα της αρμόδιας Επιτροπής, τον Ιανουάριο του 2002, προέκυψε πως η προσφορά της KMW για τα LEOPARD έλαβε την υψηλότερη βαθμολογία, καθώς ικανοποιούσε το μέγιστο μέρος των απαιτήσεων της ΓΔΕ.

Είναι ενδεικτικό πως η οικονομική προσφορά της ήταν κατά 8,6% χαμηλότερη σε σχέση με την αντίστοιχη της δεύτερης και πως και μετά τον τρίτο γύρο προσφορών, και με νέα σύνθεση, η αρμόδια Επιτροπή κατάληξε στον ίδιο μειοδότη.

Το ΚΥΣΕΑ ενέκρινε, την 1η Μαρτίου 2002, την αγορά 170 LEOPARD και τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς συγκροτήθηκε η Επιτροπή Διαπραγματεύσεων με την KMW, με σκοπό και τη βελτίωση των όρων της αγοράς.

Η σύμβαση υπογράφηκε στις 20 Μαρτίου 2003, με σημαντικές βελτιώσεις της προσφοράς της εταιρείας. Η συνολική της αξία έφτασε το 1.659.000.000 ευρώ κι ενεργοποιήθηκε στις 2 Ιουνίου 2003.

Η KMW, μάλιστα, συμφώνησε να παράξει αντισταθμιστικά ωφελήματα περίπου 4,2 δισ. ευρώ, δηλαδή στο 250% της αξίας της προμήθειας, και να αναθέσει έργο συμπαραγωγής σε ελληνικές εταιρείες ύψους 560.000.000 ευρώ. Η σύνθεση των αρμάτων που θα παραδίδονταν, διαμορφώθηκε κατά τις διαπραγματεύσεις, εγκρίθηκε από όλα τα αρμόδια όργανα, και ήταν τεχνολογικώς ανώτερη από αυτή των αρχικών απαιτήσεων του ΓΕΣ. Σήμερα έχουν ολοκληρωθεί οι παραδόσεις υλικών, έχει πιστοποιηθεί συμπαραγωγή (αξία παραγγελιών στην ελληνική βιομηχανία) 536.066.738 ευρώ κι έχει υλοποιηθεί το 95% των αντισταθμιστικών ωφελημάτων που συμφωνήθηκαν.

Είναι αξιοσημείωτο, εξάλλου, πως τα LEOPARD χρησιμοποιούνται από τις Ένοπλες Δυνάμεις πολλών άλλων χωρών με παρόμοια διαμόρφωση με αυτήν τού Ελληνικού Στρατού, το οποίο σημαίνει ότι η υποστήριξή τους είναι εξασφαλισμένη.

 Ωφελημένοι δημόσιο ταμείο – ελληνικές βιομηχανίες

Αξίζει, επίσης, να καταγραφεί πως η κατασκευάστρια εταιρεία στην τελική προσφορά της μείωσε την αρχικώς προσφερθείσα τιμή της κατά 14%. Κατά τη διάρκεια, μάλιστα, των διαπραγματεύσεων επιτεύχθηκε επιπλέον έκπτωση, ύψους 12.072.299 ευρώ, ενώ ταυτοχρόνως παρασχέθηκαν χωρίς κόστος επιπλέον υλικά και υπηρεσίες 44.000.000 ευρώ.

Εξασφαλίστηκε, επίσης, σημαντική συμμετοχή της εγχώριας βιομηχανίας και επιτεύχθηκε η διάθεση επιπλέον αρμάτων, καθώς και η εξασφάλιση πολύ ικανοποιητικών ποσοστών αντισταθμιστικών ωφελημάτων.

Η κατά καιρούς, εξάλλου, καταγγελία για υπερκοστολόγηση των αρμάτων μάχης κατά 30% προκύπτει από απλές διαιρέσεις τού εκάστοτε αριθμού των αρμάτων δια του συνολικού κόστους, οι οποίες όμως δεν συνυπολογίζουν την αλλαγή ισοτιμίας μεταξύ δολαρίου και δραχμής από τον αρχικό προϋπολογισμό τού 1994-1995 και το γεγονός ότι τα αρχικώς υπολογισθέντα άρματα μάχης διέφεραν σημαντικά από τεχνολογική άποψη με τα τελικώς επιλεγέντα.

Πώς, επομένως, μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως υπήρξαν υπερτιμολογήσεις, εφόσον λήφθηκαν 6 προσφορές από ισάριθμους κατασκευαστές, ζητήθηκε ξανά βελτίωση των προσφορών από όλους τους συμμετέχοντες, και οι τιμές ήταν κατά την τελική αξιολόγηση δημοσίως γνωστές κι απολύτως συγκρίσιμες;…

 Οι δραχμές δεν είναι ευρώ…

Ο Όμηρος συνήθιζε να χρησιμοποιεί αναχρονισμούς στα έπη του και φαίνεται ότι τη δόξα του τη ζήλεψε και ο Αλ. Κάντας, ο οποίος στην απολογία του ισχυρίστηκε πως ο κ. Λιακουνάκος του πρόσφερε σε μετρητά 600.000 ευρώ τον Δεκέμβριο του 2001.

Μόνο που πρωτοπιάσαμε ευρώ στα χέρια μας τον Ιανουάριο του 2002, όπως μπορούν να επιβεβαιώσουν πολύ καλά όσοι δεν έχουν ξεχάσει το πανηγυρικό στιγμιότυπο με τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη να επιδεικνύει περιχαρής χαρτονομίσματα των €20 και των €50 που μόλις είχε «τραβήξει» από ATM την Πρωτοχρονιά του 2002. Για να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι, το ευρώ ναι μεν εισήχθη την 1η Ιανουαρίου 1999, αλλά ήταν ένα άυλο νόμισμα, το οποίο χρησιμοποιείτο μόνο για λογιστικούς σκοπούς, όπως για παράδειγμα στις ηλεκτρονικές πληρωμές.

Ο ισχυρισμός, λοιπόν, του Κάντα για «παντελόνιασμα» 600.000 νωρίτερα μάλλον «μπάζει». Το ίδιο και ο ισχυρισμός του για συνάντησή του με τον Θ. Λιακουνάκο, αφού τα βιβλία εισόδου δεν αναγράφουν σχετικά ραντεβού.

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα