Η Alpha Bank «βλέπει» ανάπτυξη προσεχώς

«Η ανάκαμψη είναι εδώ», σημειώνει, στο τελευταίο οικονομικό της δελτίο, η Alpha Bank που προβλέπει πως η πρόοδος θα συνεχισθεί και στα επόμενα τρίμηνα του 2014 με θετική αύξηση του ΑΕΠ.

Ειδικότερα, όπως παρατηρούν οι αναλυτές της Alpha Bank, η ταχεία επιβράδυνση της πτωτικής πορείας του ΑΕΠ συνεχίστηκε – με επιταχυνόμενο πράγματι ρυθμό – και στο πρώτο τρίμηνο του 2014, αφού η πτώση του περιορίστηκε στο -1,1% σε ετήσια βάση σε αυτό το τρίμηνο, έναντι της πτώσης κατά -2,3% σε ετήσια βάση στο τέταρτο τρίμηνο του 2013 και -6,0% στο πρώτο τρίμηνο του 2013.

Μάλιστα, όπως εκτιμάται, θετική αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται από το δεύτερο τρίμηνο του 2014, η οποία θα λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις στο τρίτο και στο τέταρτο τρίμηνο του 2014. Η επιτάχυνση της ανάκαμψης από το δεύτερο τρίμηνο του 2014 θα στηριχθεί στην αναμενόμενη επιτάχυνση της αυξητικής πορείας των επενδύσεων και των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών και, επίσης, στη σταθεροποίηση και στη συνέχεια αύξηση και της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Οι εξελίξεις αυτές αναμένεται να προκύψουν κυρίως ως αποτέλεσμα: α) της σημαντικής αύξησης της απασχόλησης που ήδη καταγράφεται στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας από την αρχή του 2014, και β) της περαιτέρω βελτίωσης του οικονομικού κλίματος στη χώρα που με τη σειρά του αναμένεται να προκύψει από τον περιοριζόμενο κίνδυνο ανατροπής του προγράμματος προσαρμογής και ανάπτυξης που εφαρμόζεται επιτυχώς έως σήμερα.

Αναλυτικότερα, όσον αφορά στην εξέλιξη του ΑΕΠ στα επόμενα τρίμηνα του 2014, θετική αύξησή του κατά 0,6% σε ετήσια βάση αναμένεται στο δεύτερο τρίμηνο του 2014 με μικρή θετική επίπτωση από τις καθαρές εξαγωγές και με σημαντικότερη θετική επίπτωση από τη μεταβολή των αποθεμάτων.

Αναμένεται επίσης αύξηση των επενδύσεων, από το πολύ χαμηλό επίπεδό τους στο δεύτερο τρίμηνο του 2013 και περαιτέρω επιβράδυνση της πτωτικής πορείας της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Στη συνέχεια, η αύξηση του ΑΕΠ σε ετήσια βάση θα επιταχυνθεί στο τρίτο και στο τέταρτο τρίμηνο του 2014, λόγω της αναμενόμενης σημαντικής αύξησης των επενδύσεων και των εξαγωγών, όπως προαναφέρθηκε, ενώ και η ιδιωτική κατανάλωση μπορεί να σημειώσει θετικό πρόσημο από το τέταρτο τρίμηνο του 2014, λαμβάνοντας υπ’όψιν και την πιο εμφανή αύξηση της απασχόλησης, με μείωση και της ανεργίας, μετά από θετικές εξελίξεις στον τομέα αυτό σε μια περίοδο πολλών μηνών.

Όλα αυτά, όπως επισημαίνεται, μπορεί να ενισχυθούν και από την αποκατάσταση σε πιο μόνιμη βάση ενός πιο αναβαθμισμένου οικονομικού κλίματος και καταναλωτικών και επιχειρηματικών προσδοκιών στην οικονομία, μετά τη σημαντική ήδη βελτίωσή τους στο πρώτο τρίμηνο του 2014. Καταλυτικό ρόλο σε αυτή την καταλυτικά ευνοϊκή εξέλιξη αναμένεται να παίξει και η διαφαινόμενη σταθεροποίηση του πολιτικού σκηνικού, ιδιαίτερα στο βαθμό που ενδυναμώνει την υλοποίηση του προγράμματος σταθεροποίησης, αναδιάρθρωσης και ανάπτυξης που εφαρμόζεται με αξιοσημείωτη συνέπεια από τον Μάιο του 2010.

Άλλωστε, σύμφωνα με το δελτίο, το πρόγραμμα αυτό έχει οδηγήσει ήδη στην εξάλειψη των ανεξέλεγκτων μακροοικονομικών ανισορροπιών που αντιμετώπιζε η χώρα το 2009, σε εξυγίανση και εντυπωσιακή βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και σε ανάκτηση σε μεγάλο βαθμό της εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών στην αξιοπιστία και τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Έχει δηλαδή εξασφαλίσει τις βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη και για την ταχεία αύξηση της απασχόλησης. Ο πολιτικός κίνδυνος αποτελούσε έως τώρα το βασικό εμπόδιο στην ταχύτερη προσαρμογή και στην είσοδο σε πορεία ανάκαμψης και ανάπτυξης. Ο κίνδυνος αυτός περιορίζεται στο βαθμό που η οικονομία ανακάμπτει, η απασχόληση αυξάνει, η χώρα (το ελληνικό δημόσιο, οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις) εξασφαλίζουν και πάλι πρόσβαση στις αγορές για τη χρηματοδότηση της ανάκαμψης και η ελληνική οικονομία βγαίνει σταδιακά από την κρίση.

Όπως τονίστηκε, ήδη από τον Μάιο του 2014 η Ελλάδα έχει εξασφαλίσει τις βασικές προϋποθέσεις για την ανάκαμψη της οικονομίας της από το 2014 και για την είσοδό της σε πορεία αυτοδύναμης ανάπτυξης από το 2015. Με βάση τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η ανάπτυξη μετά το 2015 θα προσδιορίζεται από την εκτιμώμενη μέση ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της χώρας κατά 3,0% έως το 2021. Αυτή η ανάπτυξη θα εξασφαλίσει στην Ελλάδα την έγκαιρη αύξηση της απασχόλησης και τη μείωση της ανεργίας και ασφαλώς τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της.

Οι προϋποθέσεις που έπρεπε να εξασφαλιστούν για την είσοδο σε πορεία βιώσιμης – ανταγωνιστικής – εξωστρεφούς ανάπτυξης ήταν:

– Η εξάλειψη των μακροοικονομικών ανισορροπιών, η οποία εξασφαλίστηκε ήδη με μετατροπή των τεράστιων ελλειμμάτων του 2009, στο δημόσιο τομέα και στο ισοζύγιο πληρωμών, σε πλεονάσματα και στους δύο αυτούς τομείς από το 2013.

– Η αποκατάσταση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, η οποία επίσης εξασφαλίστηκε με τις εκ βάθρων διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποίησε η Ελλάδα σε όλους τους τομείς της οικονομίας της και ιδιαίτερα στις κρίσιμες αγορές εργασίας και προϊόντων.

– Μεταρρυθμίσεις που είναι βέβαιο ότι θα συμβάλλουν στην αύξηση της απασχόλησης με ταυτόχρονη αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων και της παραγωγικότητας της εργασίας στα επόμενα έτη.

Με αυτές δραστικές αλλαγές, όπως αναφέρεται, στην κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής έχει ήδη επιτευχθεί η αλλαγή του υποδείγματος οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Στο νέο υπόδειγμα κινητήριος μοχλός της ανάπτυξης θα είναι η ανταγωνιστικότητα και η προσέλκυση επενδύσεων για παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών για την παγκόσμια οικονομία.

«Αφήνουμε, επομένως, οριστικά πίσω το παλαιό υπόδειγμα στο οποίο κινητήριος μοχλός της ανάπτυξης ήταν το συνεχές φούσκωμα της εγχώριας ζήτησης με δανεισμό από το εξωτερικό», λένε οι αναλυτές και συνεχίζουν πως η έμφαση της οικονομικής πολιτικής στην εξωστρέφεια και στην ανταγωνιστική ανάπτυξη της οικονομίας έχει ήδη αποκατασταθεί με αναμφισβήτητο τρόπο. Ήδη, οι εγχώριες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά λειτουργούν με βάση τα νέα δεδομένα.

Πότε θα έρθει (και γιατί μπορεί να έρθει) η ανάκαμψη;

Το πραγματικό ερώτημα που τίθεται είναι πότε θα έρθει η ανάκαμψη και η ανάπτυξη και εάν θα αυξηθεί η απασχόληση και θα μειωθεί έγκαιρα η ανεργία με την εφαρμογή αυτού του νέου υποδείγματος λειτουργίας της οικονομίας. Το αν μπορεί, δηλαδή, να έρθει η ανάκαμψη με ταυτόχρονη περαιτέρω ενίσχυση των πρωτογενών πλεονασμάτων στη γενική κυβέρνηση, δηλαδή χωρίς δυνατότητα αυτή τη φορά για φούσκωμα της εγχώριας ζήτησης.

Οι αναλυτές παραθέτουν τους λόγους που μπορεί να έρθει η ανάπτυξη τους τελευταίους μήνες:

α) Διότι η Ελλάδα διαθέτει μεγάλης αξίας συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σημαντικούς εξαγωγικούς παραγωγικούς κλάδους, όπως ο τουρισμός, η γεωργία και ο κλάδος των τροφίμων και πολλοί άλλοι βιομηχανικοί κλάδοι, που ήδη έχουν ανακάμψει δυναμικά, ακόμη και με πτώση του ΑΕΠ της χώρας και της εγχώριας ζήτησης, με έμφαση στις εξαγωγές,

β) Διότι αναμένεται η ανάκαμψη των επενδύσεων που εξαρτώνται από το κράτος και συγχρηματοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ή/και προωθούνται με την μορφή των ΣΔΙΤ, οι οποίες είχαν καταποντιστεί και συνέβαλλαν αποφασιστικά στην πτώση του ΑΕΠ της χώρας στα προηγούμενα χρόνια.

γ) Διότι από το 2015 αναμένεται η σταδιακή ανάκαμψη και της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων σε κατοικίες (που αναμένεται να σημειώσουν μικρή πτώση, ή σταθεροποίηση, το 2014) λόγω της ήδη σημειωθείσας σημαντικής

βελτίωσης του οικονομικού κλίματος στη χώρα η οποία αναμένεται να συνεχιστεί και στα επόμενα 3μηνα και να συμβάλει και στη βελτίωση της ρευστότητας στην οικονομία με την σταδιακή επιστροφή των καταθέσεων.

δ) Διότι τα πρωτογενή πλεονάσματα στο δημόσιο τομέα, σε συνδυασμό με την ουσιαστική βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και την επιτάχυνση της υλοποίησης του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και της αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του δημοσίου, συμβάλλουν στην ενίσχυση της δυνατότητας δανεισμού και στην προσέλκυση επιχειρηματικών κεφαλαίων στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, πολλαπλάσιου ύψους από τα πρωτογενή πλεονάσματα, όπως ήδη συνέβη στο 1ο 4μηνο του 2014, όπου η καθαρή εισροή επιχειρηματικών κεφαλαίων υπερέβη τα 10 δις ευρώ.

Επομένως, οι παράγοντες που θα συμβάλλουν στην προγραμματιζόμενη ανάκαμψη και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στα επόμενα έτη είναι ήδη υπαρκτοί και πολύ σημαντικοί.

«Σημαίνει αυτό ότι λύσαμε όλα τα προβλήματα που εμποδίζουν μια ακόμη ταχύτερη ανταγωνιστική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας;», διερωτώνται οι αναλυτές και απαντούν: «Ασφαλώς όχι».

Τα εμπόδια

Όπως σημειώνουν, υπάρχουν ακόμη σημαντικά θεσμικά και οργανωτικά εμπόδια και αρτηριοσκληρωτικές καταστάσεις λειτουργίας σε πολλούς τομείς της ελληνικής οικονομίας, και ιδιαίτερα του ελληνικού δημόσιου τομέα, που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν και να διορθωθούν.

Παρά το ότι έχουμε ήδη διανύσει αξιοσημείωτη απόσταση προς την σωστή κατεύθυνση, χρειαζόμαστε, προφανώς, πολύ χρόνο ακόμη για τον εκσυγχρονισμό αυτών των τομέων και για την αποκατάσταση ενός νέου πλαισίου λειτουργίας τους, το οποίο να είναι σύμφωνο με τις σημερινές τεχνολογικές και οργανωτικές συνθήκες ανταγωνιστικής λειτουργίας των χωρών στην παγκόσμια οικονομία.

Οι κυριότεροι από αυτούς τους τομείς είναι οι ακόλουθοι:

– Η υψηλή φορολογική επιβάρυνση και το κόστος της ενέργειας – ιδιαίτερα για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες:

Η δραστική μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα αποτελεί, ενδεχομένως, τον πιο σημαντικό παράγοντα βελτίωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας στην περίοδο της προσαρμογής. Ωστόσο, η ευνοϊκή επίπτωσή του χαμηλού κόστους εργασίας στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας και των επιχειρήσεων περιορίζεται, σε πολλές περιπτώσεις, από την υψηλή φορολογική επιβάρυνση των συνεπών (όσον αφορά την συστηματική εκπλήρωση των φορολογικών τους υποχρεώσεων) φορολογούμενων (φυσικών και νομικών προσώπων). Αυτή η πολύ υψηλή φορολογική επιβάρυνση είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της προσπάθειας επίτευξης της αναγκαίας δημοσιονομικής προσαρμογής σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης φοροδιαφυγής και, επιπλέον, άρνησης πληρωμής ακόμη και των βεβαιωμένων φορολογικών υποχρεώσεων από πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Βρεθήκαμε έτσι με τον συντελεστή του ΦΠΑ στο 23%, με πολύ υψηλούς Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα καύσιμα και στα τσιγάρα, με πολύ υψηλούς φόρους εισοδήματος στα νομικά και στα φυσικά πρόσωπα, με πολύ υψηλούς συντελεστές εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία και με έκτακτη επιβάρυνση των φορολογουμένων με 5-φόρους περιουσίας που επιβλήθηκαν ταυτόχρονα το 2013.

Η εκλογίκευση της ανωτέρω υπερβολικής φορολογικής επιβάρυνσης έχει ήδη αρχίσει: α) με τη μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση στο 13%, από 23%, β) με ουσιαστική εκλογίκευση των φόρων στην ακίνητη περιουσία – όπου μειώθηκε σημαντικά και ο συντελεστής του φόρου στις μεταβιβάσεις ακινήτων και γ) με τη σημαντική μείωση κατά 3,9 π.μ. των εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία.

Η κυβέρνηση έχει ήδη προγραμματίσει την περαιτέρω σταδιακή μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων στα επόμενα έτη και αυτός θα είναι ένας επιπρόσθετος παράγοντας που θα συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας από το 2015.

Όσον αφορά το κόστος της ενέργειας για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες γίνονται ήδη προσπάθειες για τη σημαντική μείωσή του, με τη συμφωνία και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ωστόσο, οι δυνατότητες που υπάρχουν σε αυτόν τον τομέα δεν είναι απεριόριστες, ενώ μεγαλύτερη θετική επίπτωση στην ανάκαμψη αυτών των κλάδων αναμένεται να έχει η έγκαιρη ανάκαμψη και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, με έναρξη της ανάκαμψης και της κατασκευαστικής δραστηριότητας ήδη από το 2014.

– Η δημόσια διοίκηση και η τοπική αυτοδιοίκηση:

Έως σήμερα έχει επιτευχθεί αξιοσημείωτη μείωση της μη παραγωγικής απασχόλησης και εκλογίκευση των μισθολογικών αμοιβών στο δημόσιο τομέα, καθώς και η εκ βάθρων μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων στη χώρα με σημαντική μείωση των συντάξεων για βελτίωση της μεσο-μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του συστήματος. Ως αποτέλεσμα, η μείωση των πρωτογενών δαπανών της γενικής κυβέρνησης ήταν πρωτοφανής μεταξύ όλων των χωρών της ΕΕ-28 και όχι μόνο.

Αυτό που απαιτείται τώρα είναι να αποκατασταθούν συνθήκες αποτελεσματικής και αποδοτικής λειτουργίας του δημόσιου τομέα για μεγιστοποίηση της θετικής συμβολής του στην ανάπτυξη της οικονομίας και στην προσφορά σημαντικών αναγκαίων υπηρεσιών στους πολίτες. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να αποκατασταθεί η διασύνδεση των αμοιβών των εργαζομένων με την παραγωγικότητα και την αποδοτικότητά τους και να εξασφαλιστεί η ανάκτηση του μεγαλύτερου μέρους του κόστους των προσφερόμενων υπηρεσιών από τους χρήστες αυτών των υπηρεσιών.

Όσον αφορά στην τοπική αυτοδιοίκηση, αποκέντρωση σημαίνει ευθύνη και αρμοδιότητα τόσο για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται σε κάθε αυτοδιοίκητη πόλη ή περιφέρεια, όσο και για τα έσοδα με τα οποία θα χρηματοδοτηθούν αυτές οι δαπάνες.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα