Αναβρασμός στην Κύπρο για Χριστοδουλίδη και Γεραπετρίτη

Η κλήση του Χακάν Φιντάν στην άτυπη σύνοδο της Ε.Ε. για το Κυπριακό προκάλεσε πληθώρα αντιδράσεων

Φωτιά έχει πάρει το πολιτικό σκηνικό στην Κύπρο με αφορμή την παρουσία του Τούρκου ΥΠΕΞ, Χακάν Φιντάν, στην άτυπη σύνοδο της Ε.Ε. αυτή την εβδομάδα. Η απόφαση της Κυπριακής κυβέρνησης να μην αρνηθεί την παρουσία του Φιντάν έχει προκαλέσει ρήξη στην συγκυβέρνηση της Λευκωσίας.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Ήδη η ΕΔΕΚ, η οποία μετέχει στην συγκυβέρνηση εξέφρασε την πλήρη διαφωνία της με την κίνηση αυτή του Προέδρου Νίκου Χριστοδουλίδη. Μία κίνηση  την οποία χαρακτηρίζει, μάλιστα, ως αποτέλεσμα στρατηγικής επιλογής. Η Ε∆ΕΚ θεωρεί ότι δεν θα ήταν δυνατή μια τέτοια κίνηση με την άρση των βέτο που θέτει η Τουρκία σε διεθνείς οργανισμούς, μεταξύ αυτών και το ΝΑΤΟ, με το πρόσχημα ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ανύπαρκτη.

Φωτιές, όμως, άναψαν και στο ΔΗΚΟ. Τρεις βουλευτές του κόμματος, οι Παύλος Μυλωνάς, Ζαχαρίας Κουλίας και Χρ. Ορφανίδης, με επιστολή τους προς τον πρόεδρο του κόμματος, Νικόλα Παπαδόπουλο (γιος του αείμνηστου πρώην Προέδρου της Κύπρου Τάσσου Παπαδόπουλου που αντιτάχθηκε στο σχέδιο Ανάν), εκφράζουν την ανησυχία τους για δηλώσεις και πολιτικές τόσο του Κύπριου Προέδρου Νίκου Χριστοδουλίδη, όσο και του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη, για το Κυπριακό και τα εθνικά θέματα. Κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και ζητούν σύγκληση της Κ.Ε. του κόμματος για ενημέρωση και λήψη αποφάσεων για τα επόμενα βήματα και δη στο Κυπριακό.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι τρεις βουλευτές του ΔΗΚΟ «το τελευταίο διάστημα διάφορες δηλώσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και άλλων κυβερνητικών αξιωματούχων, καθώς και δηλώσεις του Έλληνα Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εξωτερικών, μας δημιουργούν ανησυχίες για το μέλλον και την προοπτική του Ελληνισμού στην Κύπρο και οι ανησυχίες μας είναι ότι δεν υπάρχει αντίσταση στις υποχωρήσεις που εργολαβικά ανέλαβαν εν κρύπτω να προωθήσουν για την Κύπρο, διασφαλίζοντας τα γεωστρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα της Τουρκίας, ενταφιάζοντας το μέλλον των πολιτών σήμερα και των μελλοντικών γενεών της Κύπρου».

Από την πλευρά της η ΕΔΕΚ (το Σοσιαλιστικό κόμμα που στήριξε την εκλογή Χριστοδουλίδη) υποστηρίζει ότι είναι «λανθασμένη κίνηση στρατηγικής και τακτικής η απόφαση της Κυβέρνησης να συναινέσει στην αποστολή πρόσκλησης στην Τουρκία, για να συμμετέχει στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς δεν έχει εξασφαλιστεί ως αντάλλαγμα, καμία κίνηση καλής θέλησης από την Τουρκία και σε κανένα επίπεδο». Κι όπως τονίζεται χαρακτηριστικά:

«Μία χώρα, όπως η Τουρκία, η οποία:

– Παραβιάζει κατ’ εξακολούθηση το διεθνές δίκαιο στην Κύπρο εδώ και πενήντα χρόνια.

-Δεν προβαίνει σε καμία, έστω και στοιχειώδη ενέργεια, στο Κυπριακό.

-Επιδεικνύει έντονη προκλητικότητα έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας και λεκτικά και επί του εδάφους, όπως στη νεκρή ζώνη και στην ΑΟΖ της Δημοκρατίας.

-Απειλεί και προχωρεί στον παράνομο εποικισμό της Αμμοχώστου.

-Δεν έχει συμμορφωθεί με καμία κυπρογενή υποχρέωση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωση.

-Δεν γίνεται να έχει την ευκαιρία να επωφεληθεί με τη συμμετοχή της σε ανώτερο όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μάλιστα με τη συναίνεση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η πολιτική της παροχής κινήτρων στην Τουρκία, χωρίς την εκ των προτέρων εξασφάλιση ανταλλαγμάτων, δεν έχει φέρει ποτέ αποτέλεσμα».

Δεν αποδίδει

Στην Κύπρο, λοιπόν, υπάρχει αναβρασμός. Και δεν μιλάμε για εθνικιστικούς κύκλους, όπως θέλουν να περάσουν το μήνυμα στην Αθήνα κάποιοι κυβερνητικοί εκσυγχρονιστικοί κύκλοι. Το ΔΗΚΟ είναι κόμμα που ανήκει στο πολιτικό κέντρο και είχε αναδείξει Πρόεδρο της Κύπρου τον αείμνηστο Τάσσο Παπαδόπουλο. Επίσης η ΕΔΕΚ είναι το Σοσιαλιστικό κόμμα (αδερφό με το ΠΑΣΟΚ, μέλος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και της Σοσιαλιστικής Διεθνούς), που από την ίδρυση της τον Φεβρουάριο του 1969 ηγείτο ο προσωπικός ιατρός του Μακάριου, ο αείμνηστος Βάσος Λυσσαρίδης (απεβίωσε το 2021), ο οποίος έκανε στην άκρη για τη νέα γενιά το 2001.

Οι περισσότεροι, λοιπόν, στην Κύπρο κάνουν λόγο για εξευμενιστική πολιτική του Προέδρου Νίκου Χριστοδουλίδη, ενώ βάζουν στο κάδρο και την ελληνική κυβέρνηση, πνέοντας μένεα κατά του Γιώργου Γεραπετρίτη για μία δήλωση του στον τηλεοπτικό σταθμό Σκάι, όπου μίλησε ότι «πρέπει να επιδειχθεί γενναιότητα» δίχως να εξηγήσει τι ακριβώς εννοούσε. Μετά από τις αντιδράσεις σε όλα τα ΜΜΕ της Κύπρου ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών προχώρησε σε διευκρίνιση τονίζοντας ότι τη λέξη γενναιότητα την χρησιμοποίησε εννοώντας την πλευρά της Τουρκίας. Όλοι όσοι, όμως, άκουσαν τον κ. Γεραπετρίτη κατάλαβαν ότι εννοούσε την ελληνοκυπριακή πλευρά.

Και βέβαια τίθενται πολλά ερωτηματικά για την συγκεκριμένη άτυπη σύσκεψη. Όπως για παράδειγμα κάτω από ποιο καθεστώς θα συνομιλήσουν ο Κωνσταντίνος Κόμπος με τον Χακάν Φιντάν; Ως υπουργοί Εξωτερικών δύο κρατών, ή ως δύο φίλοι; Και η Τουρκία είναι φίλη χώρα, ή εισβολέας; Προτού αρχίσει η άτυπη συνεδρίαση της Ε.Ε. θα ζητήσει άραγε ο Κύπριος υπουργός Εξωτερικών μια διευκρίνιση από τον Τούρκο ομόλογό του, εάν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία; Διότι μέχρι σήμερα η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία. Εάν η Τουρκία αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία, τότε τερματίζεται η πολιτική των δύο κρατών, γεγονός που οδηγεί στο ενιαίο κράτος.

Οι πιέσεις του ΟΗΕ

Αναμφίβολα οι πιέσεις εκ μέρους του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτιέρες, είναι πολλές, αλλά και οι δηλώσεις του κ. Χριστοδουλίδη για απελευθέρωση και τολμηρές αποφάσεις μπερδεύουν τους πολίτες. Διότι η Τουρκία μέχρι σήμερα τη μόνη τολμηρή απόφαση που αναγνωρίζει είναι ο επίσημος διαχωρισμός των δύο κοινοτήτων σε κράτη. Δηλαδή συζητά μόνο για διχοτόμηση και τίποτε άλλο.

Οπότε οι τολμηρές αποφάσεις πάνε προς την ελληνοκυπριακή πλευρά. Διπλωματικοί κύκλοι υποστηρίζουν ότι ο ΓΓ του ΟΗΕ δεν αντέχει άλλη αποτυχία στο Κυπριακό. Εξάλλου ο ρόλος του Διεθνούς Οργανισμού του ΟΗΕ και δη ως θεσμός ο Γενικός του Γραμματέας έχουν πληγεί βαθιά, διότι είναι εκτός της διαμεσολάβησης για την ειρήνη και τη σταθερότητα, τόσο στον πόλεμο της Ουκρανίας, όσο και σε εκείνον στη Μέση Ανατολή. Μια νέα αποτυχία στο Κυπριακό, (που είναι ένα χρονίζον πρόβλημα) δεν θα ήταν και ό,τι καλύτερο για τον Αντόνιο Γκουτέρες ως ΓΓ του ΟΗΕ. Οι ίδιοι κύκλοι, όμως επισημαίνουν πως «και ο ίδιος να θέλει να δράσει δεν μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα εάν δεν το θέλουν όλοι οι εμπλεκόμενο, οι οποίοι έτσι κι αλλιώς έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις».

Ο Αντόνιο Γκουτέρες και η Μαρία Άνχελα Ολγκίν Κουεγιάρ (ειδική απεσταλμένη του ΟΗΕ για το Κυπριακό) είναι της άποψης ότι θα ήταν δυνατόν να τετραγωνιστεί ο κύκλος. Και επί τούτου θα μπορούσαν να γίνουν εισηγήσεις, τις οποίες κατέθεσε ήδη η κ. Ολγκίν προς τον ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών για να τις μελετήσει και να τις παρουσιάσει ενώπιον των δύο πλευρών για συζήτηση, όταν και αν αυτός κρίνει σκόπιμο. Ούτε η Λευκωσία, ούτε η Αθήνα έχουν, ή είχαν επί των προτάσεων αυτών καθαρή εικόνα. Έτσι, τουλάχιστον, ισχυρίζονται.

Εκείνο που αφήνουν να διαρρεύσει είναι ότι, αρχικά, μπορούσαν να γίνουν εισηγήσεις που θα εμπλούτιζαν τα σημεία του Γενικού Γραμματέα, όπως αυτά κατατέθηκαν στο Κραν Μοντανά (Ιούνιος του 2017). Υπό αυτές τις συνθήκες, θα ήταν δυνατό να δημιουργηθεί μια νέα βάση των συνομιλιών, η οποία θα στηριζόταν στις ήδη υπάρχουσες συγκλίσεις και θα εμπλουτιζόταν με νέα στοιχεία. Μέσα σε αυτήν τη λογική, σημαντικό ρόλο θα ήταν δυνατόν να διαδραματίσουν ακόμη και αυτά τα ΜΟΕ και ειδικότερα το άνοιγμα του αεροδρομίου της Τύμβου, όπως αξιώνει η τουρκική πλευρά, για να δημιουργηθούν χωριστά FIR, χωριστά κυριαρχικά δικαιώματα στον αέρα και διεθνής εκπροσώπηση. Με τον τρόπο αυτό θα ήταν δυνατό να ικανοποιηθεί η τουρκική πλευρά, η οποία αξιώνει την άρση του λεγόμενου εμπάργκο, που υπάρχει σε βάρος των Τουρκοκυπρίων. Το πρόβλημα έγκειται στο εξής: Η τουρκική πλευρά συνδέει και την άρση του εμπάργκο και το άνοιγμα του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου και της Αμμοχώστου με την ισότιμη κυριαρχία.

Εφόσον η Τουρκία δεν αλλάξει ρότα έως τη Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, τον Σεπτέμβριο, ο Πρόεδρος της Κύπρου οφείλει να λάβει τολμηρές αποφάσεις. Ως ευρωπαϊστής που είναι, θα πρέπει να θέσει το Κυπριακό ενώπιον της Ε.Ε. και των Ηνωμένων Εθνών ως θέμα εισβολής και κατοχής, με σκοπό την απελευθέρωση, την αποκατάσταση, δηλαδή, της παραβιασθείσας από την Τουρκία εννόμου τάξεως της Κυπριακής Δημοκρατίας και την επανενσωμάτωση των Τουρκοκυπρίων στο υφιστάμενο ενιαίο κράτος, το οποίο αναγνωρίζεται από τον ΟΗΕ και την ΕΕ.

Για παράδειγμα θα μπορούσε να ισχυριστεί η ελληνοκυπριακή πλευρά ότι δεν μπορεί να κάνει δεκτή την αντίληψη της ισότιμης κυριαρχίας και των δύο κρατών, διότι το ψευδοκράτος είναι προϊόν της βίας και της χρήσης των όπλων. Ως εκ τούτου, παραβιάζεται αριθμός ψηφισμάτων του ΟΗΕ και δη το άρθρο 1 περί σεβασμού της κυριαρχίας των κρατών, καθώς και το άρθρο 2, παράγραφος 4, που απαγορεύει την αναγνώριση οντότητας, Αρχής ή κράτους που έχουν προκύψει με τη βία και τη χρήση των όπλων. Επί αυτής της αρχής είναι που στηρίζεται η έκδοση των Ψηφισμάτων 541 και 550 του Συμβουλίου Ασφαλείας, καθώς και του 186 του ’64, που ρητώς αναφέρει ότι στη νήσο Κύπρο αναγνωρίζεται ως μοναδική Κυβέρνηση αυτή της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Επίσης η Κυπριακή Δημοκρατία εντάχθηκε ολόκληρη στην ΕΕ επί τη βάσει του Πρωτοκόλλου 10, με αναστολή του κεκτημένου στο βόρειο κατεχόμενο τμήμα της νήσου. Και συμβαίνει αυτό λόγω της κατοχής. Με άλλα λόγια, δεν εφαρμόζεται κεκτημένο και στον βορρά, διότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν μπορεί να ασκεί εκεί αποτελεσματικό έλεγχο. Για να εφαρμοστεί το κεκτημένο στον βορρά, θα πρέπει να ληφθεί ομόφωνη απόφαση από το Συμβούλιο. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται και η σύμφωνη γνώμη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εάν, λοιπόν, η Τουρκία θέλει ένταξη στην Ε.Ε. και δη συνέχιση των ενταξιακών διαδικασιών και αν οι Τουρκοκύπριοι θέλουν να προχωρήσουν προς την Ε.Ε., καμιά άλλη οδός δεν υπάρχει, παρά μόνο αυτή της αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως η Αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005 ορίζει. Η Αντιδήλωση δεν αναφέρει ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να αναγνωρίσει το ψευδοκράτος και να αυτοδιαλυθεί, αλλά ότι θα πρέπει να αποκατασταθεί η παραβιασθείσα από την Τουρκία έννομη τάξη.

Η Αντιδήλωση αποτελεί απάντηση στην Τουρκία, η οποία ανέφερε ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία. Ως απάντηση που είναι της Ε.Ε. και των κρατών-μελών της, καλεί την Τουρκία να αναγνωρίσει το ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτό εντάχθηκε ολόκληρο στην Ε.Ε. επί τη βάσει του Πρωτοκόλλου 10. Αυτή είναι βασική προϋπόθεση του κεκτημένου εάν η Άγκυρα θέλει να συνεχίσει την ενταξιακή της διαδικασία και να καταστεί πλήρες μέλος ή προφανώς ν’ αποκτήσει μια ειδική σχέση, που θα την διατηρεί συνδεδεμένη με την Ε.Ε.

Το κοινό σχέδιο

Σύμφωνα με πληροφορίες, Ελλάδα και Κύπρος έχουν επεξεργαστεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, με το οποίο είναι έτοιμες να προσέλθουν στις συζητήσεις εφόσον όλες οι πλευρές πειστούν να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Βασικός άξονας είναι «μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα και μία ιθαγένεια, σε μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, σε ένα ενιαίο κράτος, όπου όλοι οι πολίτες θα είναι Κύπριοι και Ευρωπαίοι», όπως το περιέγραψε σε μία από τις τελευταίες του επισκέψεις στην Λευκωσία  ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Το μεγάλο ζητούμενο είναι ποια θα είναι η στάση της Τουρκίας έναντι της πρωτοβουλίας του ΟΗΕ. Ο Ταγίπ Ερντογάν, στη φιέστα που διοργάνωσε για άλλη μία φορά το ψευδοκράτος, αναλώθηκε σε ιαχές και σε μια ανέξοδη ρητορεία, που όμως δεν ξεπέρασε τα εσκαμμένα και δεν περιλάμβανε τις απειλές και τους βερμπαλισμούς περασμένων ετών, όπως παρατηρούν διπλωματικές πηγές. Είναι γεγονός πως σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν ο Τούρκος πρόεδρος είχε εκτοξεύσει απειλές και είχε χρησιμοποιήσει ακραίους χαρακτηρισμούς, κάτι που απέφυγε να κάνει φέτος.

Το ότι δεν απέκλεισε τον διάλογο, μάλιστα, αφήνει το περιθώριο να υπάρξει επανέναρξη των συνομιλιών μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Όμως αυτό δεν προσφέρει αισιόδοξα μηνύματα. Διότι δεν πρέπει να αποκλειστεί ο Χακάν Φιντάν στην σύσκεψη αυτής της εβδομάδας να παρουσιαστεί με μία σκληρή θέση που δεν είναι άλλη από τον επίσημο διαχωρισμό του νησιού σε δύο κράτη και να μην δέχεται να συζητήσει τίποτε άλλο. Είναι λογικό η σύσκεψη και ο περιβόητος διάλογος να αποτύχουν και στο τέλος της ημέρας οι Τούρκοι να λένε «εμείς προσήλθαμε με συγκεκριμένη πρόταση και δεν φταίμε εμείς για την αποτυχία των νέων διαπραγματεύσεων». Κι εν μέσω των καθυστερήσεων και των αναβολών η Τουρκία να επιδιώκει την de jure αναγνώριση του ψευδοκράτους.

Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο διδάκτωρ διεθνών σχέσεων και πολιτικός αναλυτής, Γιάννος Χαραλαμπίδης, μίλησε έξω από τα δόντια στο τηλεοπτικό σταθμό Sigma και με άρθρο του στην εφημερίδα «ΣΗΜΕΡΙΝΗ» για τα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας, το χάσμα Αθήνας-Λευκωσίας, την συνεχιζόμενη κατευναστική πολιτική και τις ευθύνες που βαραίνουν πέραν της Αθήνας τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Κύπρου, λέγοντας χαρακτηριστικό ότι «Αθήνα και Λευκωσία δίνουν συγχωροχάρτι στην Άγκυρα για όλα τα δεινά του ελληνισμού».

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα