NOVARTIS: Μια σκιά στην πολιτική και δικαστική ιστορία της χώρας

Γράφει η «Άγρια Μέλισσα»

Γράφει η «Άγρια Μέλισσα» (*)

Στην Ελλάδα η λέξη «Novartis» είναι συνώνυμη πλέον με τη λέξη «σκευωρία», ενώ σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο είναι μία φαρμακευτική εταιρεία που προχώρησε σε αθέμιτες παροχές προς υπαλλήλους κρατικών νοσοκομείων και κλινικών στην Ελλάδα ώστε να αγοράζουν περισσότερα φάρμακα της.

Στην Ελλάδα δεν ασχολήθηκε ποτέ κανείς με το πραγματικό αυτό σκάνδαλο.

Στην Ελλάδα ζούμε τον μύθο μας.

Στην Ελλάδα, το σκάνδαλο της Novartis έγινε το ιερό δισκοπότηρο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να «εξαϋλώσουν» τους πολιτικούς τους αντιπάλους πλήττοντας την ακεραιότητα και το ήθος επιφανών πολιτικών, μεταξύ των οποίων δύο πρώην πρωθυπουργοί!

Και αυτό είναι πλέον ομολογημένο από τον ίδιο τον επικεφαλής της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος, πριν κάποιους μήνες, δήλωσε ευθαρσώς και δημοσίως ότι «η διαχείριση που κάναμε ήταν ατυχής» και ότι «βάζαμε στο ίδιο τσουβάλι ανθρώπους που πιθανότατα να είχαν εμπλοκή, με ανθρώπους που ήταν βέβαιο σχεδόν ότι δεν είχαν καμία εμπλοκή»!

Το 2020, μάλιστα, υπενθυμίζω ότι είχε επίσης δηλώσει δημοσίως ότι «…υπάρχουν δεύτερες σκέψεις για το αν το χειριστήκαμε σωστά… Θα μπορούσαμε να είχαμε χειριστεί με λιγότερη αφέλεια την υπόθεση και να πούμε: Ποιοι είναι οι τρεις που εμφανίζονται να έχουν μεγαλύτερη σχέση με το σκάνδαλο; Ε, αυτούς τους τρεις τους πάμε σε Προανακριτική και δεν θα επιστρέψουμε τη δικογραφία στη Δικαιοσύνη για να κρίνει αυτή…Αν κάναμε τον διαχωρισμό, είμαι βέβαιος ότι ακόμη και τα κόμματά τους θα αναγκάζονταν να τους απομακρύνουν αντί να τους αγκαλιάσουν…».

Μας λέει λοιπόν ο κ. Τσίπρας ότι εμείς ως Κυβέρνηση αποφασίσαμε και χαράξαμε μία τακτική ώστε να στοχοποιήσουμε πολιτικούς με σκοπό να αναγκαστούν τα κόμματά τους «να τους απομακρύνουν αντί να τους αγκαλιάσουν», γνωρίζαμε ότι εμπλέκουμε ανθρώπους «που ήταν βέβαιο σχεδόν ότι δεν είχαν καμία εμπλοκή».

Μετά τις δηλώσεις αυτές του κ. Τσίπρα πλήθος στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ όχι απλά υπερθεμάτισαν, αλλά αποκάλυψαν και πτυχές που αγνοούσαμε.

Ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης, Σταύρος Κοντονής δήλωσε ότι «Υπήρξε μία προσπάθεια εμπλοκής πολιτικών προσώπων, τα οποία δεν ήταν αρεστά στον ΣΥΡΙΖΑ…Αμέσως επικοινώνησα με τον Τσίπρα και μου είπε έλα από εδώ και θα τα πούμε και το βράδυ ήμουν στο γραφείο του… Εκείνο το πρωί εκείνης της ημέρας που διαβιβάστηκε η δικογραφία ο κ. Τζανακόπουλος ήταν στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου. Εγώ δεν ήξερα τίποτα. Αυτό ήταν μία έντονη συζήτηση που είχα (σ.σ. με τον Τσίπρα) εκείνο το βράδυ».

Την επόμενη μέρα το πρωί ο Αναπληρωτής Υπουργός Υγείας (σ.σ. ο Πολάκης) δήλωσε ότι γνωρίζει τους προστατευόμενους μάρτυρες. Σε αυτό ο διάλογος που είχα ήταν πάρα πολύ έντονος, γιατί δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι μέλος της Κυβέρνησης ξέρει τους προστατευόμενους μάρτυρες. Τρίτον, είχα δει κάποια στοιχεία από τις καταθέσεις τα οποία εμένα τουλάχιστον με άφησαν άναυδο. Το βράδυ που η δικογραφία πήγε στη Βουλή, στο Μαξίμου έγινε μία σύσκεψη με τον Τσίπρα και τον Παπαγγελόπουλο. Θεωρώ ότι εκείνη την περίοδο είχε στηθεί ένα παραυπουργείο Δικαιοσύνης στο Μέγαρο Μαξίμου από τον Τσίπρα και για αυτό μου κάνει εντύπωση αυτό που λέει σήμερα, θα πρέπει να πει ποιες ήταν οι ατυχείς επιλογές, πώς υλοποιήθηκαν και με ποιους.  Ήμουν υπουργός, αλλά για όλα αυτά τα πράγματα εγώ δεν γνώριζα τίποτα.». Σε άλλη συνέντευξή του δήλωσε ότι «Είναι προφανές ότι με αφορμή αυτή την υπόθεση είμαι απολύτως σίγουρος ότι είχε στηθεί ένα παραυπουργείο δικαιοσύνης. Στην υπόθεση αυτή εμπλοκή δεν είχαν οι υπουργοί δικαιοσύνης και υγείας, αλλά οι αναπληρωτές. Ο κ. Πολάκης και ο κ. Παπαγγελόπουλος ήταν άμεσοι συνομιλητές του πρωθυπουργού.».

Εν συνεχεία ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Στέλιος Κούλογλου σε συνέντευξή του, υποστήριξε ότι «η απόφαση να μπουν στο κάδρο ο Πικραμμένος, ο Βενιζέλος, ο Σαμαράς χωρίς να υπάρχουν επαρκή στοιχεία, πρώτον, ήταν μια πολιτική απόφαση και, δεύτερον, ήταν λάθος». Στο σχόλιο μάλιστα του δημοσιογράφου της εκπομπής ότι δεν τα έλεγε αυτά όταν «έτρεχε» η υπόθεση Novartis, ο ευρωβουλευτής απάντησε ότι «τα έχω πει στον Τσίπρα. Αν έλεγε κανείς το παραμικρό τότε, λίγο να έλεγα να μην είναι 6 να είναι 4, θα γινόταν κόλαση του Δάντη, ήταν τέτοιο το κλίμα».

Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Πέτρος Παππάς σε συνέντευξή του, σε ερώτηση εάν αποδέχεται πως «ο τότε ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να βάλει 10 πολιτικούς αντιπάλους στη φυλακή», απάντησε ότι θεωρεί «ο τρόπος με τον οποίο έγινε η διαχείριση και το γεγονός ενδεχομένως ότι κάποια από τα πρόσωπα που ενεπλάκησαν δεν έπρεπε ποτέ να μπουν στο κάδρο, προφανώς σε αυτό το κομμάτι, συμφωνώ» και ότι «δεν υπήρχαν ενδεχομένως επαρκή στοιχεία για να μπουν κάποιοι άνθρωποι στο κάδρο».

Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Έλενα Ακρίτα έκανε λόγο για «τσουβάλισμα» δηλώνοντας ότι «Είχα σοβαρές ενστάσεις από παλαιότερα. Είναι καταγεγραμμένες στην εφημερίδα “Τα Νέα”, που αρθρογραφούσα τότε, το 2018», ενώ σχολιάζοντας την κατηγορία που αποδόθηκε στον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά δήλωσε ότι είναι «σουρεαλιστική ιστορία όπου μπαίνει κάποιος στο Μέγαρο Μαξίμου με μία βαλίτσα, με ροδάκια κιόλας -λεπτομέρεια- και του λένε “Τι κάνετε εδώ;” και απαντά “Έφερα μια βαλίτσα λεφτά για τον Σαμαρά” και του λένε “Περάστε, παρακαλώ”. Όλο αυτό ήταν ένα τσουβάλιασμα. Και το λέω εγώ που με τον Σαμαρά μας χωρίζει άβυσσος ιδεολογικά».

Κατόπιν των ανωτέρω, καθίσταται προφανές ότι όλα όσα έγιναν σχετικά με την υπόθεση αυτή είναι όλα λάθος. Και γεννάται, βεβαίως, το ερώτημα ως προς το γιατί η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου δεν έχει παρέμβει μετά τα όλα όσα έχουν κατατεθεί σε δημόσιο διάλογο σχετικά με τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης αυτής και δεν έχει ζητήσει τη διενέργεια έρευνας προκειμένου να εξακριβωθεί εάν υφίστανται ποινικά αδικήματα για τους εμπλεκόμενους;

Δεν μπορώ να πιστέψω ότι η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου επέδειξε τόση επιμέλεια και τέτοια αντανακλαστικά όταν ο κ. Αλέξης Κούγιας αναφέρθηκε στον κ. Κασσελάκη και διέταξε άμεσα να ελεγχθεί αν ο κ. Κούγιας έχει παραβιάσει τον αντιρατσιστικό νόμο και όσον αφορά σε ένα τέτοιο σημαντικότητα ζήτημα, που άπτεται άμεσα των θεμελίων της δημοκρατίας ποιεί τη νήσσαν.

Και ενώ όλα τα παραπάνω συνέβαιναν σε πολιτικό επίπεδο, σε δικαστικό επίπεδο τα πράγματα είχαν μπει σε πολύ σκοτεινούς δρόμους.

 

 

Είναι πλέον γνωστό ότι ο τότε αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημ. Παπαγγελόπουλος, καταδικάστηκε από το Ειδικό Δικαστήριο για το ότι παρενέβη στο έργο της Εισαγγελέως Διαφθοράς Ελένης Ράικου, η οποία ενεργούσε προκαταρκτική εξέταση της υπόθεσης Novartis και της «άσκησε πίεση απαιτώντας από αυτήν επιτακτικά να διαβιβάσει το φάκελο της ΝΟΒΑΡΤΙΣ στη Βουλή προς ενεργοποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, χωρίς να υπάρχουν στοιχεία κατά πολιτικών προσώπων, που να δικαιολογούν την ενέργεια αυτή, πράγμα που ο ίδιος γνώριζε, προτρέποντάς την να κατασκευάσει στοιχεία….Στην πράξη αυτή προέβη με σκοπό να βλάψει τρίτους και δη υπουργούς, οι οποίοι θα καθίστατο αδίκως ύποπτοι για τέλεση από αυτούς πράξεων δωροληψίας

Επιβεβαιώνεται, λοιπόν, και με την καταδίκη αυτή του Δημ. Παπαγγελόπουλου ότι ο τελευταίος ήταν μέρος της ενορχηστρωμένης από την Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθειας να καταστρέψουν τα πολιτικά πρόσωπα, που εν γνώσει τους ενέπλεξαν αδίκως.

 

Και ενώ λοιπόν το Ειδικό Δικαστήριο καταδίκασε τον Δημ. Παπαγγελόπουλο ότι προσπάθησε να παρέμβει στο έργο της τότε Εισαγγελέως Διαφθοράς κ. Ράικου, το Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου έκρινε με το βούλευμά του ότι δεν άσκησε το ίδιο και με την κ. Τουλουπάκη έτσι απλά, χωρίς καμία απολύτως αιτιολογία, και για τον λόγο αυτό απάλλαξε την κ. Τουλουπάκη από την αρχική κατηγορία ότι με παραίνεση του Παπαγγελόπουλου προέβη σε άσκηση δίωξης σε βάρος των αθώων πολιτικών προσώπων.! Μάλιστα, είναι καταπληκτικό ότι σε αυτό το βούλευμα, το Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου οδηγείται στην απαλλαγή της κ. Τουλουπάκη από την κατηγορία ότι εν γνώσει της κατέστησε κάποιον αθώο ως ένοχο, χωρίς να ελέγξει καθόλου τη σχέση της με τον προϊστάμενό της Δημ. Παπαγγελόπουλο, κρίνοντας απλά ότι όταν η κ. Τουλουπάκη και οι επίκουροι εισαγγελείς επέλεξαν τους μάρτυρες, τους έβαλαν κουκούλες, τους έκαναν μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, άσκησαν διώξεις σε βάρος αθώων πολιτικών προσώπων έκριναν ότι αυτό ήταν το σωστό και επειδή η κρίση των δικαστών είναι ανέλεγκτη δεν μπορούμε να την κατηγορήσουμε.

Για την ιστορία, βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι η κ. Τουλουπάκη επελέγη ως αντικαταστάτρια της κ. Ράικου, μετά την παραίτηση της τελευταίας εξαιτίας των αφόρητων πιέσεων που δεχόταν από τον Παπαγγελόπουλο, αφού είχε μόλις πριν λίγες μέρες προαχθεί σε Αντεισαγγελέας Εφετών και ήταν η νεότερη υποψήφια. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Δημ. Παπαγγελόπουλος μόλις ανέλαβε την θέση του Αναπληρωτή Υπουργού Δικαιοσύνης, το 2015, είχε στείλει την κ. Τουλουπάκη, τον κ. Ντζούρα και έναν ακόμα εισαγγελέα στη Γενεύη προκειμένου να συναντηθούν με το «βαθύ λαρύγγι» της λίστας Λαγκάρντ! Οπότε δεν τη λές και τυχαία τέτοια σχέση! Αλλά τι να πει κανείς, η δικαιοσύνη μίλησε και είπε ότι η Τουλουπάκη και ο Παπαγγελόπουλος είναι σαν δύο ξένοι στην ίδια πόλη! Τώρα αν και κατά πόσο επιτέλεσαν στο ακέραιο το δικαστικό τους καθήκον τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου, λειτουργώντας αμερόληπτα, αντικειμενικά και με ουδετερότητα είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Και για να έρθουμε στο δια ταύτα.

Όλο αυτό το φιάσκο της Novartis ξεκίνησε με δύο μάρτυρες, στελέχη της εταιρείας, οι οποίοι πήγαν στην Αμερική, για να καταθέσουν για τις αθέμιτες πρακτικές της εταιρείας. Αυτοί οι δύο μάρτυρες είναι αυτοί που επέλεγησαν από την κ. Τουλουπάκη και τους συν αυτή επίκουρους εισαγγελείς Ντζούρα και Μανώλη, ως οι πλέον ουσιώδεις και μαζί με τον Ν. Μανιαδάκη έγιναν οι τρείς προστατευόμενοι μάρτυρες που γνωρίζουμε. Ο Σαράφης, η Κελέση και ο Αναστασίου (αυτός είναι ο Μανιαδάκης, ο οποίος αποκάλυψε μόνος του την ταυτότητά του).

Αν ανατρέξει κανείς στο μακρινό 2018 και συγκεκριμένα στις 7-2-2018, δύο δηλαδή μόλις μέρες μετά την αποστολή της δικογραφίας σε βάρος των 10 πολιτικών στη Βουλή, θα δει ότι ο κ. Σαράκης, ο ανεξάρτητος πλέον βουλευτής της Ελληνικής Λύσης, και δικηγόρος μαρτύρων που κατέθεσαν στο FBI στις ΗΠΑ έκανε λόγο για έξι και όχι για τρεις μάρτυρες! Συγκεκριμένα, σε δηλώσεις του είχε αναφέρει ότι έχει τρεις εντολείς που κατέθεσαν προσφυγή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ και δεν είναι οι ίδιοι με τους τρεις προστατευόμενους μάρτυρες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία που σχηματίστηκε στην Ελλάδα και κατατέθηκε στη Βουλή σε βάρος των πολιτικών προσώπων. «Πρόκειται για τρεις διαφορετικούς μάρτυρες που δεν έχουν καταθέσει στις ελληνικές αρχές», είπε ο κ. Σαράκης για τους εντολείς του και συνέχισε λέγοντας ότι «οι τρεις που κατέθεσαν στις ελληνικές αρχές είναι πρόσωπα που περιλαμβάνονται στον κύκλο που υπέδειξαν οι τρεις μάρτυρες που κατέθεσαν στις ΗΠΑ για στελέχη που χρηματίζονταν».

Οπότε πώς κατέληξαν η κ. Τουλουπάκη και οι συν αυτή επίκουροι εισαγγελείς Ντζούρας και Μανώλης, ότι αυτοί είναι οι πλέον κατάλληλοι και ουσιώδεις μάρτυρες; Μήπως είναι αληθές αυτό που ισχυριζόταν ο κ. Σαράκης, ότι δηλαδή οι τρεις μάρτυρες που κατέθεσαν στην Ελλάδα ήταν εμπλεκόμενοι με την υπόθεση δεν έπρεπε ευθύς εξαρχής να τεθούν υπό οποιοδήποτε καθεστώς προστασίας; Μήπως έτσι εξηγείται το ότι εμφανίστηκαν από το πουθενά ενοχοποιητικά στοιχεία για παθητική δωροδοκία σε βάρος του μέχρι τότε μάρτυρα «Αναστασίου», ο οποίος είναι ο κ. Μανιαδάκης μετά από ένορκες καταθέσεις του «Σαράφη»; Και αν όλα αυτά είναι αλήθεια γιατί κρίθηκε αξιόπιστη η μαρτυρία του «Σαράφη» σε βάρος του κ. Μανιαδάκη, αλλά δεν αξιολογήθηκε ως αξιόπιστη η μαρτυρία της «Κελέση» σε βάρος του «Σαράφη»; Μήπως και ο κ. Σαράκης έπαιξε κάποιο επικοινωνιακό παιχνίδι, ώστε να καλύψει την πρεμούρα της κ. Τουλουπάκη και των όποιων άλλων συμμετείχαν να περιλάβει τους μάρτυρες αυτούς σε καθεστώς απόλυτης ποινικής προστασίας; Η ίδια η κ. Τουλουπάκη άλλωστε είχε ενημερώσει τον τότε Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που επόπτευε το έργο της ότι πράγματι οι μάρτυρες προσδοκούσαν οικονομικά ανταλλάγματα, αλλά έκρινε κατά την «επιστημονική» της γνώμη ότι αυτό δεν δημιουργεί πρόβλημα ως προς τον χαρακτηρισμό τους ως μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, αν και ο νόμος ρητά το απαγορεύει! Θα δώσει άραγε κάποιος θεσμικά μία απάντηση;

Όταν εντοπίστηκαν αυτοί οι μάρτυρες, ζήτησαν να τεθούν σε καθεστώς προστατευόμενου μάρτυρα, γιατί δήλωσαν ότι φοβόντουσαν για την ζωή και τη σωματική ακεραιότητα των ιδίων και των οικογενειών τους. Το καθεστώς προστατευόμενου μάρτυρα παρέχεται είτε σε ιδιώτες που μετέχουν σε συγκαλυμμένες ανακριτικές έρευνες, είτε σε πρόσωπα που συμβάλλουν ουσιωδώς στην αποκάλυψη των αξιόποινων πράξεων της δωροδοκίας και δωροληψίας είτε σε πρόσωπα που έχουν χαρακτηριστεί ως μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος. Το καθεστώς προστατευόμενου μάρτυρα είναι αυτό που ονομάζουμε στην καθομιλουμένη «κουκουλοφόροι μάρτυρες» και δεν έχουν καμία άλλη προστασία. Δηλαδή αν πουν ψέματα για κάποιον και τον προσβάλλουν, αυτός ο κάποιος μπορεί να τους κάνει μήνυση και να πάνε κατηγορούμενοι.

Όταν όμως ο προστατευόμενος μάρτυρας γίνει και μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος, τότε αναστέλλεται κάθε ποινική δίωξη σε βάρος του προερχόμενη από μηνύσεις για ψευδή κατάθεση, ψευδή καταμήνυση, συκοφαντική δυσφήμιση κ.λπ. Οπότε σε συνέχεια του παραπάνω παραδείγματος αν ένας μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος πει ψέματα για κάποιον και τον προσβάλει, αυτός ο κάποιος ναι μεν μπορεί να του κάνει μήνυση αλλά αυτόματα η μήνυσή του θα παγώσει και δεν θα μπορέσει να δικαστεί μέχρι να παύσει ο κατηγορούμενος να έχει την ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος. Ο Εισαγγελέας δηλαδή στο οποίο υποβάλλεται η μήνυση ενημερώνει τον αρμόδιο εισαγγελέα, ο οποίος κατά έτος 2018 ήταν ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που επόπτευε και συντόνιζε το έργο των εισαγγελέων εγκλημάτων διαφθοράς και αυτός του δίνει εντολή να αναστείλει την ποινική δίωξη.

Ως μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος χαρακτηρίζεται αυτός που στο πρόσωπό του συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) συμβάλει ουσιωδώς με τις πληροφορίες που παρέχει στις διωκτικές αρχές στην αποκάλυψη και δίωξη των υπαιτίων και β) δεν εμπλέκεται ο ίδιος καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην υπόθεση και γ) δεν αποβλέπει σε ίδιον όφελος. Αν κάποια, έστω και μία, από τις προϋποθέσεις αυτές εκλείψει τότε ο χαρακτηρισμός ανακαλείται και παύει και η αναστολή της ποινικής δίωξης που τυχόν έχει ασκηθεί σε βάρος του μετά από εντολή του αρμοδίου εισαγγελέα, ο οποίος κατά τον χρόνο έκδοσης των διατάξεων για τον χαρακτηρισμό των μαρτύρων ως μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος ήταν ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που επόπτευε και συντόνιζε το έργο των εισαγγελέων εγκλημάτων διαφθοράς.

Με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας, ο πρώτος μάρτυρας ‘’ΚΕΛΕΣΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ’’ ξεκίνησε την κατάθεσή του στις  6-11-2017, την επανέλαβε στις 8-11-2017, 25-11-2017, 1-12-2017, 11-12-2017,  29-12-2017,  5-1-2018, 28-1-2018 και  την περαίωσε σε πρώτη φάση (μέχρι  την αποστολή στη Βουλή της δικογραφίας κατά των προσώπων του άρθρου 86 παρ.1Σ.), στις 4-2-2018 και έκτοτε συνέχισε έως 15-3-2019.

Ο μάρτυρας αυτός τέθηκε υπό καθεστώς προστασίας (κουκούλα) με την με αριθμό 12/6-11-2017 εισαγγελική διάταξη. – ο δεύτερος μάρτυρας  ‘’ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ’’, κατέθεσε διαδοχικά στις 3-1-2018, 26-1-2018,  29-1-2018  και 1-2-2018. Ο μάρτυρας αυτός τέθηκε υπό καθεστώς προστασίας (κουκούλα) με την με αριθμό 13/20-12-2017 εισαγγελική διάταξη και – ο τρίτος  μάρτυρας ‘’ΣΑΡΑΦΗΣ ΜΑΞΙΜΟΣ’’ άρχισε να καταθέτει στις 12-1-2018, ακολούθως  στις 15-1-2018 , 17-1-2018, 18-1-2018, 22-1-2018, 23-1-2018 και τελείωσε κατά την πρώτη φάση της κατάθεσής του, στις 2-2-2018, ενώ συνέχισε  έως 1-8-2019.

Ο μάρτυρας αυτός τέθηκε υπό καθεστώς προστασίας (κουκούλα) με την με αριθμό 1/11-1-2018 εισαγγελική διάταξη.

Η δικογραφία διαβιβάστηκε στη Βουλή στις 5-2-2018.

Η ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος δόθηκε στις 8-2-2018 (δηλαδή μετά την διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή), οπότε η κ. Τουλουπάκη με την με αριθμό 3/2018 διάταξή της χαρακτήρισε τους Κελέση και Σαράφη ως μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος. Και η διάταξη αυτή εγκρίθηκε από τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δ. Παπαγεωργίου με την με αριθμό ΕΠ140/9-2-2018 πράξη του.

Με βάση τον νόμο λοιπόν (218 ΚΠΔ) οι μάρτυρες αυτοί έως και 4-2-2018 κατέθεταν ως απλοί πολίτες με μόνη προστασία τις κουκούλες τους. Οπότε, για όποιες ένορκες καταθέσεις έχουν δώσει μέχρι και 4-2-2018, οι μηνύσεις που έχουν υποβληθεί σε βάρος τους για ψευδή κατάθεση, ψευδή καταμήνυση, συκοφαντική δυσφήμιση κ.λπ. δεν έπρεπε να τεθούν σε οριστική αποχή ως προς την ποινική τους δίωξη. Και αυτό γιατί το ιδιαίτερο προνόμιο της οριστική αποχής από την ποινική τους δίωξη το απέκτησαν οι μάρτυρες για όσες ένορκες καταθέσεις έχουν δώσει από 9-2-2018 και έπειτα.

 

 

Με το δεδομένο τούτο, θα αναρωτηθώ και πάλι, για ποιον λόγο η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου δεν έχει ζητήσει να διενεργηθεί έρευνα για το εάν η παραγγελία που δόθηκε από τον τότε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που επόπτευε και συντόνιζε το έργο των εισαγγελέων εγκλημάτων διαφθοράς ήταν σύννομη ή όχι. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου επέδειξε τόση επιμέλεια και τέτοια αντανακλαστικά ώστε μία μέρα μετά την επιβολή περιοριστικών όρων σε βάρος του Απόστολου Λύτρα έσπευσε να ζητήσει τον πειθαρχικό έλεγχο των δικαστών που αποφάσισαν και δεν κάνει απολύτως τίποτα όταν διακυβεύεται αυτός καθαυτός ο θεσμός της δικαιοσύνης.

Έπειτα, με βάση πάντα τη δικογραφία και τις δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί, προκύπτει ότι οι καταθέσεις αυτές των μαρτύρων Σαράφη και Κελέση δεν περιείχαν ουδέν αληθές στοιχείο, ήταν καθ’ ολοκληρία ψευδείς και για τον λόγο αυτό εξάλλου όλες δικογραφίες που είχαν σχηματιστεί σε βάρος των πολιτικών προσώπων τέθηκαν στο αρχείο.

Τον Απρίλιο του 2019 η δικογραφία της υπόθεσης Novartis για τους Παναγιώτη Πικραμμένο, Γιώργο Κουτρουμάνη, Ευάγγελο Βενιζέλο και Ανδρέα Λυκουρέντζο, τέθηκε στο αρχείο από την Εισαγγελία Διαφθοράς, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εις βάρος τους.

Τον Αύγουστο του 2019, η δικογραφία της υπόθεσης Novartis για τον Αντώνη Σαμαρά και για τον Γιάννη Στουρνάρα, τέθηκε στο αρχείο από την Εισαγγελία Διαφθοράς, καθώς δεν προέκυψε κανένα στοιχείο τέλεσης οποιουδήποτε αδικήματος.

Τον Ιανουάριο του 2022, η δικογραφία της υπόθεσης Novartis για τους Άδωνι Γεωργιάδη και Δημήτριο Αβραμόπουλο, τέθηκε στο αρχείο από την Οικονομική Εισαγγελία, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εις βάρος τους.

Τον Αύγουστο του 2022, με βούλευμα του συμβουλίου Πλημμελειοδικών κρίθηκε ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να στηριχτεί δημόσια στο ακροατήριο η κατηγορία σε βάρος του Ανδρέα Λοβέρδου για τις πράξεις για τις οποίες κατηγορούνταν.

Μία δικογραφία τίθεται στο αρχείο όταν από το αποδεικτικό υλικό που συγκεντρώθηκε δεν προκύπτουν ενδείξεις για τη στοιχειοθέτηση των αδικημάτων για τα οποία εξ αρχής σχηματίστηκε. Εν προκειμένω, τα μόνα αποδεικτικά στοιχεία για την ενοχή των πολιτικών εξαντλούνταν στις μαρτυρικές καταθέσεις των μαρτύρων Σαράφη και Κελέση. Συνεπώς, από την εισαγγελία διαφθοράς (σχετικά με τους Αντώνη Σαμαρά, Γιάννη Στουρνάρα Παναγιώτη Πικραμμένο, Γιώργο Κουτρουμάνη, Ευάγγελο Βενιζέλο και Ανδρέα Λυκουρέντζο) και από την οικονομική εισαγγελία (σχετικά με τους Άδωνι Γεωργιάδη και Δημήτριο Αβραμόπουλο) κρίθηκαν οι καταθέσεις των μαρτύρων ως ανεπαρκείς, μη δυνάμενες να συμβάλλουν στην αποκάλυψη κάποιου εγκλήματος. Ως προς τον Γιάννη Λοβέρδο, υπήρξε απαλλακτικό βούλευμα, όπου και πάλι κρίθηκε ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, κρίνοντας πάλι συνεπώς τα μόνα αποδεικτικά στοιχεία (τις καταθέσεις των μαρτύρων δηλαδή) ως ανεπαρκή.

Επομένως, με βάση τον νόμο (άρθρο 47 ΚΠΔ) ακόμα και αυτό το στοιχείο είναι αρκετό ώστε να αρθεί ο χαρακτηρισμός των μαρτύρων Σαράφη και Κελέση ως δημοσίου συμφέροντος. Συγκεκριμένα στον νόμο αναφέρεται ότι «χαρακτηρισμός «μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος» ανακαλείται εάν ο προϊστάμενος εισαγγελέας του τμήματος οικονομικού εγκλήματος ή ο εισαγγελέας (τακτικός, αναπληρωτής ή επίκουρος) οικονομικού εγκλήματος κρίνει ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι που οδήγησαν στην έκδοσή τους».

Εφόσον ουδέν ουσιώδες προσέφεραν στη διερευνώμενη υπόθεση και καμία δίωξη δεν ευοδώθηκε τελικά εξαιτίας των μαρτυριών τους με βάση τον νόμο, επαναλαμβάνω, είναι προφανές ότι πρέπει να ανακληθεί ο χαρακτηρισμός αυτός, που απαγορεύει στους πολιτικούς που λοιδορήθηκαν και συκοφαντήθηκαν να δουν τους συκοφάντες τους στο εδώλιο, καθώς έχει πλέον αμετάκλητα κριθεί ότι οι μαρτυρίες τους δεν ήταν αληθείς και ουσιώδεις.

Απορίας άξιο είναι δε το γεγονός ότι το Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου στο βούλευμά του δεν εξετάζει καθόλου το εάν οι μαρτυρίες των Σαράφη και Κελέση ήταν ουσιώδεις εκ των πραγμάτων, αφού στο ίδιο βούλευμα διαλαμβάνεται ότι «οι εισαγγελείς επανεξέτασαν τους προστατευόμενους μάρτυρες και αρχειοθέτησαν εν τέλει τις δικογραφίες ως προς επτά (7) πολιτικά πρόσωπα…», αλλά σχολιάζει αποκλειστικά και μόνο (!) το ζήτημα της λήψης αμοιβής από τις Αμερικανικές Αρχές, προβαίνοντας μάλιστα σε μία υπερβολική ερμηνεία, λέγοντας ότι αν χρηματίστηκαν οι μάρτυρες χρηματίστηκαν για τις καταθέσεις που έδωσαν στην Αμερική και όχι στην Ελλάδα, οπότε δεν τίθεται κανένα θέμα! Το ζητούμενο βέβαια είναι ότι η ερμηνεία αυτή δεν στηρίζεται ούτε στο νόμο ούτε στην Ελληνική νομολογία και αναρωτιέμαι πραγματικά ποιες ήταν οι πιθανότητες να γίνουν τόσα «λάθη» σε μία και μόνη υπόθεση; Άντε να γίνει ένα λάθος, άντε δύο. Όταν όλα είναι λάθος δεν πιστεύω ότι μιλάμε πλέον για σύμπτωση ή στατιστικό σφάλμα…

Από τα παραπάνω σαφώς προκύπτει ότι με βάση τον νόμο οι μάρτυρες Σαράφης και Κελέση έχουν απωλέσει τουλάχιστον την μία από τις τρεις προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 47 του ΚΠΔ ώστε κάποιος να λάβει την ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος και συγκεκριμένα έχουν απωλέσει την πλέον βασική, δηλαδή την ουσιώδη συμβολή με τις πληροφορίες που παρέχει στην διωκτικές αρχές, στην αποκάλυψη και δίωξη των υπαιτίων.

Το εάν πληρώθηκαν, πόσο πληρώθηκαν, από που πληρώθηκαν και γιατί πληρώθηκαν μικρή σημασία έχει, αφού πλέον αποδεδειγμένα οι μάρτυρες Σαράφης και Κελέση δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου, ώστε να απολαμβάνουν ιδιαίτερων προνομίων ποινικής μεταχείρισης. Βέβαια, αν προκύψει ότι πέραν των άλλων έλαβαν και χρήματα για να καταθέσουν όσα κατέθεσαν, τότε θα ανοίξουν άλλες πολύ σκοτεινές ατραποί με αδόκητες συνέπειες σε όλους όσοι συντέλεσαν στην πρωτοφανή αυτή πολιτική σκευωρία και παρενέβησαν τα καθήκοντά τους.

Είναι πασιφανές ότι τυχόν άρνηση του Οικονομικού Εισαγγελέα να ανακαλέσει τον χαρακτηρισμό των Σαράφη και Κελέση ως μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, θα θέσει υπό πάρα πολύ σοβαρή αμφισβήτηση τόσο τον δικαστικό όσο και τον πολιτειακό θεσμό στη χώρα μας.

Ένας πρωθυπουργός παραδέχεται δημόσια ότι έστησε μία υπόθεση με σκοπό να εξοντώσει πολιτικούς του αντιπάλους, έχουν γίνει από τους δικαστικούς λειτουργούς που χειρίστηκαν την ανάκριση δικονομικά και λογικά λάθη άνευ προηγουμένου, έχουν γίνει τρομακτικά για τα νομολογιακά χρονικά της χώρας μας λάθη από τους δικαστές που συγκρότησαν το Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, η αμεροληψία, η αντικειμενικότητα και η αναζήτηση της αλήθειας έχουν πάει περίπατο και 7 χρόνια μετά την έναρξη της υπόθεσης αυτής ακόμα ασχολούμαστε με το εάν οι ψευδομάρτυρες πρέπει να καθίσουν στο εδώλιο και να απολογηθούν για τα ψεύδη που κατέθεσαν σε βάρος αθώων ανθρώπων και δη σημαντικότατων πολιτικών παραγόντων της χώρας…

Βέβαια, αν ανακληθεί ο χαρακτηρισμός των Σαράφη και Κελέση και αν καθίσουν όντως στο εδώλιο του κατηγορουμένου τι θα πουν άραγε; Θα επιμείνουν ότι αυτά που έλεγαν ήταν αλήθεια; Θα πουν ότι τους έβαλε ο Χ ή ο Ψ να πουν αυτά που είπαν; Θα εμφανιστούν καν; Ο Σαράφης, βέβαια είναι ήδη προφυλακισμένος γιατί αυτός ο «αξιόπιστος» και «ουσιώδης μάρτυρας» βρέθηκε εμπλεκόμενος σε εγκληματική οργάνωση εξαπάτησης επιχειρηματιών στους οποίους έλεγαν ότι θα τους εξασφάλιζαν απευθείας δανειοδότηση από τράπεζες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Η τύχη της Κελέση αγνοείται….

(*) Η «Άγρια Μέλισσα» είναι δικηγόρος, αρθρογράφος

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα