Επαγγελματικό ποδόσφαιρο: Όπου να΄ναι κλείνει τα 45 του χρόνια με παρούσες τις νεανικές παθογένειες

Ένα άρθρο για το άτυχο ελληνικό ποδόσφαιρο,

Του Γιώργου Αρκουλή

Θέλοντας να φρεσκάρω τη σχέση μου με την «μικρή πλην έντιμη» εφημερίδα ΑΠΟΨΗ -η οποία τίμησε τα κείμενά της ταπεινότητάς μου  για μπόλικο καιρό από την έναρξη της κυκλοφορίας της- σκέφτηκα να καταθέσω σήμερα ένα άρθρο για το άτυχο ελληνικό ποδόσφαιρο, που εδώ και σχεδόν 45 χρόνια, και σε περιόδους όπου έπρεπε να είχε καλή σχέση με την ακμή, και την γνώση της πείρας, εντούτοις διαπιστώνουμε ότι ενηλικιώθηκε με ένα «πρόσωπο» γεμάτο πρόωρες ρυτίδες, να  κατρακυλάει στην ανυποληψία και στην μη αναστρέψιμη, όπως δείχνουν τα πράγματα, παρακμή.

Μερικά παραδείγματα του «τότε» και του «σήμερα».

1.-Στις 30 Σεπτεμβρίου 1979 ξεκινάει το πρώτο επαγγελματικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, με 18 ομάδες. Στην πρώτη αγωνιστική σημειώθηκαν 27 γκολ!

2.- Από αυτά τα 27 γκολ, μόλις ένα σημειώθηκε από αλλοδαπό ποδοσφαιριστή, στον αγώνα Πανιωνίου Λάρισας (0-1 Σπασόφσκι)

3.-  Συνολικά τις εννιά αναμετρήσεις (στην ουσία ήταν οκτώ, αφού ο Απόλλωνας πήρε το ματς με την Καστοριά άνευ αγώνα 2-0), παρακολούθησαν 113.665 θεατές (τόσα ήταν τα εισιτήρια, που σημαίνει ότι με «συγγενείς και φίλους», φοράκια και επισήμους, ο κόσμος στις εξέδρες άγγιξε τις 120.000.

4.-   Τα περισσότερα εισιτήρια κόπηκαν στο παιχνίδι Ολυμπιακού – ΟΦΗ, στο στάδιο Καραϊσκάκη: 34.806, όσα δηλαδή διέθετε τότε μια καλή ομάδα Β΄κατηγορίας στην Αγγλία ή στην Γερμανία. Τα λιγότερα κόπηκαν στο γήπεδο της Δράμας, εκεί όπου Δόξα και Εθνικός έμειναν στο άχαρο (και μοναδικό της πρεμιέρας) 0-0.

5.-   Όσο για τους γκολτζήδες, οι φίλαθλοι χειροκροτούσαν τον Θωμά Μαύρο, τον Μιχάλη Κρητικόπουλο, τον Γιώργο Κωστίκο, τον Ντούσαν Μπάγιεβιτς, και φυσικά τους γενναίους ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού, η ομάδα του οποίου είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα, σε μπαράζ στον Βόλο με τον ισόβαθμο Άρη Θεσσαλονίκης, την ομαδάρα που άξιζε να είχε σηκώσει εκείνη το τρόπαιο.

Με την ευκαιρία, να θυμίζω ότι στο τρέχον πρωτάθλημα, ο ‘Αρης, πάντα παραμένει ικανός να νικήσει τον ΠΑΟΚ, τον Παναθηναϊκό, τον Ολυμπιακό ή να αποκλείσει στο Κύπελλο την ανώτερή του ΑΕΚ (όπως προχθές), αγωνίζεται εννιά φορές στις δέκα με σχήμα από ΕΝΤΕΚΑ (!) αλλοδαπούς ποδοσφαιριστές, διατηρώντας την πρωτιά σε αυτή την ντροπή.

Δεν συνεχίζω, διότι όλα τα στατιστικά στοιχεία του πρώτου πρωταθλήματος θα τα βρει ο αναγνώστης εύκολα μέσω του Διαδικτύου – εκεί όπου υπάρχουν τα πάντα (και δωρεάν…)

Πάμε, τώρα στο σήμερα, έτσι όπως με έντονο ευτελισμό έχει καταντήσει το επαγγελματικό πρωτάθλημα, το οποίο έχειεπίσης παρουσιάσει σαφέστατη άνοδο μόνο στα έξοδα -τεράστια σε μια χρεοκοπημένη Ελλάδα- για δήθεν αξιοποίηση των «μεγάλων», με ποδοσφαιριστές από τα «κάτω ράφια» του εξωτερικού και προπονητές, επίσης αλλοδαπούς, οι οποίοι μέχρι να αντιληφθούν τα λάθη τους, ώστε να προσπαθήσουν να τα αναχαιτίσουν, έχουν ήδη οδηγηθεί στην έξοδο, αφού μια αποτυχία δεν οφείλεται ποτέ στις επιλογές της διοίκησης, αλλά στην ανικανότητα -και μόνο- του κόουτς!

Δυστυχώς, το άρθρο αυτό γράφεται σε εποχή πολύ θολή (ή μήπως φαιδρή) για το ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Τα γήπεδα με κυβερνητική απόφαση υποδέχονται μόνο τις αντίπαλες δυνάμεις, αλλά όχι τους οπαδούς τους, αφού αποδεδειγμένα κάποιοι αδιόρθωτοι από τους τελευταίους, πριν περάσουν τις πύλες εισόδου της…αγαπημένης τους ομάδας, φροντίζουν να περάσουν από το πριβέ (;) οπλοστάσιό τους, που είναι οργανωμένο και απαραβίαστο από τις δυνάμεις πρόληψης της επάρατης βίας. Μιας βίας, που αυτά τα 45 χρόνια τα οποία διανύθηκαν, έχει «φορολογηθεί» με αρκετό αίμα ανύποπτων φιλάθλων, ή κάποιων θυμάτων που πλήρωσαν τον φανατισμό και τα φασιστικά κίνητρα των λεγόμενων οργανωμένων οπαδών.

Οι παράγοντες (αναφέρομαι σε αυτούς των κορυφαίων ομάδων) διαγωνίζονται στο ποιος θα προκαλέσει περισσότερο, υπερασπιζόμενοι -υποτίθεται- τα συμφέροντα της ομάδας τους. Στην ουσία, ουδείς δέχεται την ήττα, ειδικά αν έχει αποτύχει να κερδίσει την συμπάθεια των οργάνων και της ΕΠΟ.

Τελευταία, δυστυχώς κάποιοι από τους ισχυρούς επιθυμούν να μπλέξουν τους Πολιτικούς με τα του ποδοσφαίρου, ζητώντας την ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥΣ. Λάθος τεράστιο και να είναι σίγουροι ότι αυτοί (οι Πολιτικοί δηλαδή) στο τέλος θα τους αγνοήσουν.

 

Και βέβαια, να μην ξεχνάμε την διαιτησία: Ήταν και παραμένει η (βαθιά πλέον) ανοιχτή πληγή του ποδοσφαίρου, την οποία – όχι σπάνια- ακολουθεί μια δεύτερη ή και τρίτη από τα λοιπά σπορ, τα θεωρούμενα παλαιά ως «ευγενή». Αυτά δηλαδή της σάλας, όπου πλέον είναι θαύμα αν λήξει ομαλά ένας αγώνας μπάσκετ, πόλο ή βόλεϊ. Μπορεί να ισχυριστεί κάποιος με βάσιμες ελπίδες ότι -κάποια στιγμή- ενδεχομένως να μπει το νερό στ’ αυλάκι και ΟΛΟΙ να αντιληφθούν τι επιβάλει το συμφέρον, ειδικό και γενικό. Αυτό δεν ισχύει για τους διαιτητές. Ξέρετε γιατί; Διότι όσο θα υπάρχουν οι ισχυροί και οι ανίσχυροι «παίκτες» στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, οι διαιτητές -όποιοι κι’ αν είναι αυτοί, ημεδαποί ή της Εσπερίας- θα φοβούνται την αλήθεια της κρίσης τους, θα τρέμουν την οργή (άδικη ή δίκαιη δεν ενδιαφέρει) των μεγαλομετόχων και των φανατικών «ταγμάτων» περιφρούρησης των συλλόγων και φυσικά το αν θα διατηρήσουν την σφυρίχτρα τους σε υψηλό επίπεδο που ισοδυναμεί με μπόλικο μπαγιόκο από την μισθοδοσία, πιθανότητα να αποκτήσουν το σήμα της FIFAκτλ.

Για όλα αυτά, η διαιτησία θα παραμείνει φοβισμένη, γονατιστή και ύποπτη έως …πονηρή!

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα