Συμμαχίες και ψάρεμα ψηφοφόρων

 

Τον κατάλληλο τρόπο για να προσεγγίσουν τους ψηφοφόρους του Απόστολου Τζιτζικώστα και του Άδωνι Γεωργιάδη αναζητούν τα επιτελεία του Ευάγγελου Μεϊμαράκη και του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Οι δύο μονομάχοι έχουν επιλέξει διαφορετικό τρόπο για να απευθυνθούν στο κοινό της Ν.Δ. και να πείσουν ότι αξίζουν να εκλεγούν στη θέση του νέου προέδρου του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο Ευ. Μεϊμαράκης απευθύνεται στους 400.000 και πλέον ψηφοφόρους, όσοι δηλαδή ψήφισαν στις 20 Δεκεμβρίου, με μία σειρά επιχειρημάτων: Ότι αποτελεί τον εγγυητή της συνέχειας της παράταξης, τον εκφραστή της «καραμανλικής» της ταυτότητας και, τελικά, αυτόν που μπορεί να συνθέσει τις αντικρουόμενες απόψεις σε ένα μέσο όρο – μέσο δρόμο μετριοπάθειας.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης επιδιώκει να προσεταιριστεί την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος με ένα ισχυρό σύνθημα, αυτό της ανανέωσης. Επενδύοντας στη συγκροτημένη προεκλογική του εκστρατεία και στο επιχείρημα ότι ο ίδιος μπορεί να «ανοίξει» το κόμμα πέραν των σημερινών του ορίων, εμφανίζεται ως ο φορέας εκσυγχρονισμού του κόμματος.

Καθώς το επιχείρημα της ανανέωσης είναι, προφανώς, ελκυστικό και ισχυρό, η «απάντηση» της πλευράς Μεϊμαράκη ήταν να θυμηθεί τον «νεοφιλελευθερισμό», προκειμένου να πληγεί ο αντίπαλος. Στα επιχειρήματα Μητσοτάκη για μεταρρυθμίσεις, μείωση του δημοσίου και ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα, η πλευρά Μεϊμαράκη απαντά με την ανάγκη ύπαρξης κοινωνικού πρόσημου και με το επιχείρημα ότι η Νέα Δημοκρατία για να είναι πλειοψηφικό ρεύμα θα πρέπει, αρχικά, να είναι «λαϊκή», να απευθύνεται δηλαδή σε ευρείες μάζες του πληθυσμού.

Διαφορετικά ακροατήρια
Και η αλήθεια είναι ότι η αποκρυπτογράφηση των ψήφων που έλαβαν οι δύο διεκδικητές, στις 20 Δεκεμβρίου, επιβεβαιώνει τα εντελώς διαφορετικά στρώματα πληθυσμού στα οποία απευθύνονται. Μία ματιά στο Λεκανοπέδιο Αττικής αλλά και στη Θεσσαλονίκη αρκεί. Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης κυριάρχησε, εκτός από την Α΄ Αθήνας, και σε όλες τις «υποβαθμισμένες» γειτονιές του Λεκανοπεδίου, δηλαδή τη δυτική Αττική και τη Β΄ Πειραιά. Αντιθέτως, ισχυρή στήριξη στον κ. Μητσοτάκη έδωσαν τα βόρεια Προάστια της Αττικής, αλλά και οι πλούσιοι δήμοι του Νότου (Βούλα, Βουλιαγμένη). Αντίστοιχα, στη Μακεδονία η υψηλότερη επίδοση του κ. Μητσοτάκη καταγράφεται στα όρια του δήμου Θεσσαλονίκης.

Το αντεπιχείρημα, προφανώς, είναι ότι τα ίδια αυτά στρώματα πληθυσμού δεν είναι μόνον σε καλύτερη οικονομική κατάσταση αλλά, ενδεχομένως, και φορείς νέων αντιλήψεων που τις έχει ανάγκη η Νέα Δημοκρατία για να προχωρήσει. Όπως ειπώθηκε, η ισχύς των επιχειρημάτων θα κρίνει –μαζί με τη μάχη μηχανισμών που βρίσκεται σε εξέλιξη– την έκβαση της μάχης. Και, φυσικά, το λάθος κάποιου εκ των διεκδικητών, όπως για παράδειγμα αυτό στο οποίο κατηγορείται ότι υπέπεσε ο κ. Μητσοτάκης βάλλοντας κατά του κ. Μεϊμαράκη για την απουσία του από τη Βουλή στο σύμφωνο συμβίωσης, αν και ήταν γνωστό ότι ο τελευταίος βρισκόταν στο πλευρό της αδελφής του που ψυχορραγούσε.

Οι συμμαχίες
Παράλληλα, οι δύο μονομάχοι αναζητούν και νέες συμμαχίες με στόχο να ισχυροποιήσουν την υποψηφιότητά τους. Τόσο ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης που μπήκε στη μάχη του δεύτερου γύρου έχοντας ως όχημα την πρωτιά της 20ής Δεκεμβρίου, όσο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης που αποτέλεσε την έκπληξη, χαράσσουν εξ αρχής την στρατηγική τους.
Ένας κρίσιμος παράγοντας, ενόψει του δεύτερου γύρου, είναι και η στάση των βασικών παραγόντων της Ν.Δ., κεντρικών στελεχών, βαρόνων, πολιτικών οικογενειών, τζακιών, αλλά και των πρώην πρωθυπουργών Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, ειδικά του πρώτου που έχει και τη… «σφραγίδα» του κόμματος επί της ουσίας και ο λόγος του αποτελεί εντολή, όπως φάνηκε και στον πρώτο γύρο!

Η στρατηγική του Μεϊμαράκη, που εμφανίζεται απόλυτα σίγουρος για τη νίκη, θα είναι να αναδειχθεί η «ταξική ψήφος» που έλαβε ο Κυρ. Μητσοτάκης, αφού σάρωσε στα πλούσια νότια και βόρεια προάστια στο λεκανοπέδιο, αλλά ηττήθηκε στις λαϊκές και αγροτικές περιοχές. Επίσης, ο Μεϊμαράκης ευελπιστεί ότι οι περισσότεροι από τους ψηφοφόρους του Απ. Τζιτζικώστα, όσοι προσέλθουν στις κάλπες, όχι τα στελέχη και οι βουλευτές που ήδη πολλοί συντάσσονται με τον κ. Μητσοτάκη, θα τον στηρίξουν καθώς θεωρούνται «καραμανλικοί».

Αντίθετα, ο Κυρ. Μητσοτάκης, έχοντας ως μειονέκτημα πως πρέπει να καλύψει μια μεγάλη απόσταση από τον Βαγγ. Μεϊμαράκη, αν και λέει ότι όλα ξεκινάνε από την αρχή, έχει ως βασικό όπλο το μήνυμα της ανανέωσης ενός ήδη γερασμένου κόμματος. Μόνο όμως που σε αυτό τον δεύτερο γύρο υπάρχει το μεγάλο μειονέκτημα πως δεν απευθύνεται σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, αλλά σε κλειστό ακροατήριο, αφού δικαίωμα ψήφου έχουν μόνο όσοι ψήφισαν στον πρώτο γύρο.

Ο Μητσοτάκης, διαπιστώνοντας πως όλο το «καραμανλικό» μπλοκ είναι δίπλα στον Μεϊμαράκη, θα προσπαθήσει να συναθροίσει δυνάμεις δίπλα του από όλες τις τάσεις και κυρίως αυτούς που στήριξαν τις υποψηφιότητες των Απ. Τζιτζικώστα και Άδωνι Γεωργιάδη, ώστε να αλλάξει τα δεδομένα.

Το ενδιαφέρον στοιχείο αυτού του δεύτερου γύρου είναι ότι από τη μια βρίσκονται στελέχη, βουλευτές, μέλη και ψηφοφόροι που ομνύουν πίστη στον «καραμανλισμό» και λένε ότι το DNA του κόμματος είναι «καραμανλικό» (το είπε πρόσφατα και ο νέος βουλευτής Σερρών, Κώστας Αχ. Καραμανλής, που δήλωσε και πλήρη στήριξη στον Μεϊμαράκη) που στηρίζουν τον μπαρουτοκαπνισμένο πολιτικό με τη μακρά διαδρομή, και από την άλλη βρίσκεται μια ομάδα με ετερόκλητα στοιχεία, όπως φιλελεύθεροι, «σαμαρικοί» και δεξιοί που ουσιαστικά επιχειρούν την «αποκαραμανλοποίηση» του κόμματος.

Κέντρο ή Δεξιά θα γείρει το καράβι;
Αν κάτι φαίνεται να έκρινε η κάλπη της 20ής Δεκεμβρίου, αυτή είναι η κυρίαρχη άποψη όσων ψήφισαν τουλάχιστον για την ανάγκη στροφής της Ν.Δ. μάλλον προς τον χώρο του Κέντρου. Ακόμη κι αν αθροιστούν αυθαίρετα οι υποψηφιότητες των Τζιτζικώστα και Γεωργιάδη ως «δεξιές», όπως τις χαρακτήρισε ο Τάκης Μπαλτάκος, δεν αθροίζουν παρά το ένα τρίτο του κόμματος. Σημαντικό μεν, επ’ ουδενί όμως κυρίαρχο, και πλέον με αρκετούς να επιθυμούν να το εκπροσωπήσουν ηγετικά, όπως ο Αδ. Γεωργιάδης.
Υπάρχει, όμως, και μία άλλη στάθμιση του αποτελέσματος που επιχειρεί να υπερβεί τις ιδεολογικές διαφορές και να επικεντρώσει στο αίτημα της ανανέωσης του κόμματος, το οποίο, κατά τους συνυποψηφίους του κ. Μεϊμαράκη, διατυπώνει θεωρητικώς το 60% των «γαλάζιων» που δεν τον επέλεξαν στις 20 Δεκεμβρίου.
Εδώ είναι, πλέον, που η αναμέτρηση για την ηγεσία φτάνει στον πυρήνα της συγκρότησης του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας. Και αυτό γιατί, με τον κ. Μεϊμαράκη να συνιστά τον υποψήφιο της «καραμανλικής» πτέρυγας στη μάχη για την ηγεσία, η συσπείρωση απέναντί του συνιστά –ή τουλάχιστον επιχειρείται να ερμηνευτεί ως τέτοια– κίνηση «αποκαραμανλοποίησης» του κόμματος.

Η ιδιότυπη αναμέτρηση Καραμανλή – Σαμαρά
Μπορεί υποψήφιοι για τη θέση του προέδρου της Ν.Δ. να είναι ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης και ο Κυριάκος Μητσοτάκης και κάποιοι να προσπαθούν να σηκώσουν τη διαχρονική σύγκρουση «καραμανλικών»-«μητσοτακικών», που έχει ατονήσει τα τελευταία χρόνια. Όμως στην πραγματικότητα η μάχη για το νέο πρόεδρο της Ν.Δ. εξελίσσεται σε μία άτυπη αναμέτρηση μεταξύ των δύο τελευταίων «γαλάζιων» πρωθυπουργών, του Κώστα Καραμανλή και του Αντώνη Σαμαρά. Μάλιστα δεν είναι λίγοι εντός της Συγγρού που ισχυρίζονται πως οι εκλογές της 10ης Ιανουαρίου αποτελούν την ευκαιρία ξεκαθαρίσματος πολιτικών… «λογαριασμών» μεταξύ όλων των ιστορικών τάσεων του κόμματος, ενώ δίνει την ευκαιρία και σε αλλοτινούς εχθρούς, όχι να συμμαχήσουν, αλλά κυρίως να συμπλεύσουν.

Όπως για παράδειγμα συμβαίνει και στην περίπτωση του Κυρ. Μητσοτάκη, τον οποίο φαίνεται ότι στηρίζουν ένα σημαντικό τμήμα των «σαμαρικών», χωρίς ο ίδιος ο Αντ. Σαμαράς όμως να θέλει να βγει μπροστά.
Εξάλλου ο Αντ. Σαμαράς δεν το έκανε στον πρώτο γύρο, αν και οι δικοί του άνθρωποι στήριξαν, άλλοι τον Άδωνι Γεωργιάδη και άλλοι τον Απόστολο Τζιτζικώστα, αλλά ούτε και τώρα θα το κάνει. Όμως, όπως και οι «καραμανλικοί» δίνουν «γη και ύδωρ» για την επικράτηση του Μεϊμαράκη, έτσι και οι «σαμαρικοί» φαίνεται ότι προτιμούν μια Ν.Δ. υπό τον Κυρ. Μητσοτάκη που έχει εκθειάσει τη διακυβέρνηση Σαμαρά.

Δεν κρατιούνται
«Τα… ύστερα του κόσμου!» σχολίαζε έμπειρο κοινοβουλευτικό στέλεχος της Ν.Δ. που διαπιστώνει ότι οι «σαμαρικοί» στηρίζουν τον Κυρ. Μητσοτάκη και μιλάνε για την… ιστορική βεντέτα Αντ. Σαμαρά και Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Την ίδια στιγμή οι «καραμανλικοί» δίνουν μάχη σε όλα τα επίπεδα για να μην αμφισβητηθούν τα πρωτεία του «καραμανλισμού» από τους «μητσοτακικούς», αλλά και από τον Αντ. Σαμαρά και παίζουν πλέον τα ρέστα τους. Και αυτό διότι ξέρουν, όπως λένε, ότι σε περίπτωση ήττας του Β. Μεϊμαράκη η «καραμανλική» ομάδα θα περάσει στην πολιτική απομόνωση.

Όλο το «καραμανλικό» σύστημα ανά την Ελλάδα ξεσηκώθηκε και θεωρεί ζήτημα πολιτικής τιμής να κερδίσει τις εκλογές μέσω του Β. Μεϊμαράκη. Μάλιστα, έχουν έρθει σε επαφές με πολλούς δημάρχους και τοπικούς παράγοντες στη Βόρεια Ελλάδα, στους οποίους έχουν διαμηνύσει ότι πλέον ήρθε η ώρα να στηρίξουν την επιλογή του Κ. Καραμανλή. «Το χρέος σας στον Τζιτζικώστα το κάνατε. Τώρα θα πρέπει να κάνετε το χρέος σας και στον Καραμανλή και να βγάλουμε τον Βαγγέλη», είπαν και φαίνεται ότι οι δήμαρχοι και άλλοι παράγοντες θα συνταχθούν με την επιλογή-εντολή του Κ. Καραμανλή.

Μένει να την ακολουθήσουν και οι απλοί ψηφοφόροι που είδαν μια προβληματική στρατηγική των «καραμανλικών» και του επιτελείου Μεϊμαράκη στον πρώτο γύρο των εκλογών, καθώς αναλώθηκε όλο το σύστημα ολοκληρωτικά στην αντιπαράθεση με τον Απ. Τζιτζικώστα και δεν είδε τη δυναμική την οποία ανέπτυσσε αθόρυβα και σταθερά ο Κυρ. Μητσοτάκης. Ο Κ. Καραμανλής θέλει με κάθε τρόπο την επικράτηση του Βαγγ. Μεϊμαράκη, καθώς στόχος του είναι να δείξει ότι παραμένει κυρίαρχος πόλος στη Ν.Δ., ώσπου να αποφασίσει να κινηθεί.

Από την άλλη, ο Αντ. Σαμαράς σε πρώτη φάση τον ενδιαφέρει η υστεροφημία του ίδιου και η δικαίωση της πρωθυπουργίας του. Εάν θελήσει να επιστρέψει θα φανεί στο μέλλον, αλλά επί του παρόντος, όσο και να μη μιλάει δημόσια, είναι να υποστεί ένα πλήγμα ο «καραμανλισμός» που τον πολέμησε.

Μπορεί στην κηδεία της αδελφής του Β. Μεϊμαράκη το πρωί της Δευτέρας να ήταν το σύνολο της Ν.Δ. ενωμένο, αλλά η εικόνα είναι διαφορετική, αφού οι πολιτικές διαφορές είναι μεγάλες. Ακόμα και ο θερμός εναγκαλισμός του Αντ. Σαμαρά και του Β. Μεϊμαράκη που υπεραγαπούσε την αδελφή του δεν αρκεί για να σβήσουν οι διαφορές.

«Ο εχθρός μας είναι απέναντι»
Με τη φράση «ο εχθρός μας είναι απέναντι», ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέφυγε να δώσει συνέχεια στην επίθεση που είχε εξαπολύσει ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης. « Έχω δεσμευθεί να μη μιλήσω για συνυποψηφίους μου. Καμία προσωπική αντιπαράθεση με τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη όχι μόνο λόγω της δύσκολης προσωπικής στιγμής του αλλά και για να διασφαλίσουμε την ενότητα», είπε.

Τόνισε ότι «ο διαχωρισμός “καραμανλικών” – “μητσοτακικών” ανήκει στον 20ό αιώνα», καθώς «οι πολίτες δεν ασχολούνται με αυτά, περιμένουν από εμάς ενότητα και ρεαλιστικές λύσεις». Ενώ είπε ότι «οι αρχές του Κωνσταντίνου Καραμανλή για την ανάγκη της αλήθειας είναι αρχές που πιστεύω ότι χαρακτηρίζουν και τον δικό μου πολιτικό λόγο». Ο κ. Μητσοτάκης υποστήριξε ότι ο ίδιος μπορεί να κερδίσει τον Αλέξη Τσίπρα, διότι, όπως συμπλήρωσε, «πιστεύω ότι είμαι ο πιο κατάλληλος να διευρύνω τη Νέα Δημοκρατία, να την κάνω μεγάλη κεντροδεξιά παράταξη και να προτάξω ένα προφίλ ηγεσίας πολύ διαφορετικό από αυτό που πρεσβεύει ο Αλέξης Τσίπρας δίνοντας έμφαση στην αλήθεια και σε λύσεις για την πραγματική οικονομία που θα φέρουν ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας».

Γι’ αυτό ζητεί, όπως εξήγησε, από τους πολίτες «να με ψηφίσουν για να αλλάξω και να διευρύνω τη Νέα Δημοκρατία, για να μπορέσω εντός τριών μηνών να την έχω έτοιμη, σε περίπτωση που η χώρα οδηγηθεί σε εθνικές εκλογές, να κερδίσουμε τον Αλέξη Τσίπρα». Και συμπλήρωσε ότι, αν εκλεγεί πρόεδρος, «η Νέα Δημοκρατία πολύ σύντομα θα αναδιοργανωθεί οργανωτικά», εκφράζοντας βεβαιότητα ότι «εντός δύο μηνών θα προηγείται σημαντικά δημοσκοπικά του ΣΥΡΙΖΑ», αφού «οι πολίτες αναζητούν μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης».

Ασκώντας κριτική στην κυβέρνηση, την κατηγόρησε ότι δεν μπορεί να υποστηρίξει τη μεσαία τάξη που αποτελεί ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, ενώ, όπως είπε, «η κεντροδεξιά παράταξη μπορεί να προτάξει ένα εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο για τη διακυβέρνηση της χώρας».

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα